bench_white_360240

Με αφορμή τις δηλώσεις της Κικής Δημουλά

Του Σωτήρη Βανδώρου

Από το σάλο που ξέσπασε με τη δημοσίευση των γνωστών, πλέον, δηλώσεων της Κικής Δημουλά δεν μπορεί κανείς να προσπεράσει εύκολα τα μνησίκακα σχόλια που αυτές προκάλεσαν και τις επιθέσεις που δέχτηκε ως πρόσωπο –εν προκειμένω δεν θα είχα αντίρρηση να συνυπογράψω την ανακοίνωση στήριξης της Εταιρείας Συγγραφέων– ούτε από την άλλη μια στάση αναστολής της κριτικής ικανότητας ενώπιον της αυθεντίας – ακόμη και η ίδια προσεκτική αυτή ανακοίνωση αφήνει περιθώρια μιας τέτοιας ερμηνείας, όταν ενώ ορθά διαπιστώνει πως διακεκριμένες κι αγαπητές προσωπικότητες είναι αυτές που δέχονται και τις πιο αήθεις επιθέσεις, ταυτόχρονα επισημαίνει ότι αυτό γίνεται, μεταξύ άλλων, «χωρίς σεβασμό στην ιστορία και την προσφορά τους».

Πιθανότατα ο συντάκτης του κειμένου δεν εννούσε αυτό, αλλά μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι όσο μεγαλύτερη προσφορά έχει κανείς (όπως κι αν λογίζεται αυτή), με τόσο μεγαλύτερη επιείκεια πρέπει να κρίνονται οι δηλώσεις και η συμπεριφορά του. Αυτό καθόλου δεν μπορώ να το συμμεριστώ. Για παράδειγμα, δεν θεωρώ ότι ο Κώστας Τσόκλης θα έπρεπε να αποδοκιμαστεί λιγότερο από όσο αποδοκιμάστηκε όταν δήλωσε δημοσίως πως οι γυναίκες έχουν ευθύνη για το βιασμό τους, επειδή τυγχάνει μέγιστος καλλιτέχνης. Αν ισχύει κάτι είναι ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή η κριτική μας στάση πρέπει να είναι περισσότερο ενεργή στις περιπτώσεις ανθρώπων τα λεγόμενα των οποίων αποκτούν μεγαλύτερη δημοσιότητα αλλά και βαρύτητα εξαιτίας του κοινωνικού τους κύρους.

Ωστόσο, αυτό που θα ξεχώριζα περισσότερο είναι η ευκολία με την οποία οι περισσότεροι σχολιαστές αποφάνθηκαν κατά τρόπο απροβλημάτιστο, χωρίς επιφυλάξεις κι αμφιβολίες. Αλλά αποφάνθηκαν περί τίνος ακριβώς; Απλοποιώντας και συμπυκνώνοντας πολλά και διαφορετικά σχόλια, θα έλεγα πως φαίνεται ως εάν για τους περισσότερους το επίδικο αντικείμενο (πέραν άλλων, αυτοτελών ζητημάτων που θίχτηκαν, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία και η λειτουργία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης) είναι η απάντηση στο ερώτημα εάν η Κική Δημουλά είναι ρατίστρια ή δεν είναι (με βάση τις δηλώσεις της αυτές). Όμως εδώ το θέμα έχει τεθεί με λάθος τρόπο, και ίσως εν μέρει σε αυτό οφείλεται και η σύγχυση που προκλήθηκε σε (καλόπιστους) σχολιαστές. Για λόγους που ελπίζω να γίνουν περισσότερο φανεροί στη συνέχεια, θα αντιπρότεινα το ερώτημα «εάν τα συγκεκριμένα λεγόμενα της Δημουλά εκφράζουν ρατσιστικές απόψεις ή όχι;». Αυτή η μετατόπιση ίσως φανεί σχολαστική ή ανούσια, αλλά δεν είναι. Πρώτον, διότι μια πράξη ή μια εκφορά του λόγου δεν μας χαρακτηρίζει αναγκαστικά συλλήβδην ως υποκείμενα. Ας πούμε, δεν γνωρίζω άνθρωπο που δεν έχει πει ή δεν έχει κάνει κάποια βλακεία στη ζωή του. Βλάκες όμως μπορούν να χαρακτηριστούν μόνον αυτοί που κατά σύστημα ενεργούν βλακωδώς. Δεύτερον, και πιο σχετικό, ως υποκείμενα δεν έχουμε πάντα πλήρη συνείδηση των λεγομένων μας και του νοήματός τους, ούτε αυτά που λέμε έχουν απαραίτητα απόλυτη συνοχή, ούτε είναι οπωσδήποτε απαλλαγμένα από αντιφάσεις (με αυτό δεν θέλω βέβαια να πω ότι δεν έχουμε ευθύνη για αυτά που λέμε, αλλά ότι η ευθύνη αυτή δεν είναι πάντα προφανής και πρέπει να σταθμιστεί).

Κάνοντας λοιπόν το στοιχειώδες, δηλαδή διαβάζοντας καλόπιστα κι απροκατάληπτα (τουλάχιστον αυτό επιχείρησα) τις επιμαχες δηλώσεις της έτσι όπως παρουσιάστηκαν απομαγνητοφωνημένες, κι επομένως μεταφερμένες επί λέξει, έχοντας υπόψη και τη συνέντευξη που έδωσε μετά τον καταιγισμό σχολίων που δέχθηκε, θα κάνω τα παρακάτω σχόλια, ξεκινώντας από το γενικό, το οποίο μια απλώς προσεκτική ανάγνωση οφείλει να αναγνωρίσει: Ο λόγος της Δημουλά δεν είναι ενιαίος, αλλά συντίθεται από δυο διαφορετικούς λόγους οι οποίοι βρίσκονται σε συνεχή ένταση μεταξύ τους, παράγοντας διαρκώς αντιφάσεις. Προσωπικά, αυτό ακριβώς το στοιχείο βρίσκω πιο ενδιαφέρον απ’ όλα (και από πολιτική άποψη το πιο κρίσιμο, όπως θα εξηγήσω στο τέλος).

Η πρώτη φράση από τα απομαγνητοφωνμένα λόγια της που αφορά τους «ξένους» είναι η ακόλουθη: «Μην ξεχνάμε πως οι ξένοι που βρέθηκαν εδώ ήταν λόγω της φτώχειας των χωρών εκείνων». Αυτή είναι μια διαπίστωση σχετικά με το φαινόμενο της μετανάστευσης που το συνδέει με τα κοινωνικά του αίτια και θα μπορούσε να αποτελεί εισαγωγή σε μια αντιρατσιστική στάση (ο ρατσιστικός λόγος αποδίδει στην πληθυσμιακή κατηγορία εναντίον της οποίας καταφέρεται, προσίδια χαρακτηριστικά και δεν ενδιαφέρεται να δώσει εκλεπτυσμένες κοινωνικές ερμηνείες για την ανθρώπινη συνύπαρξη που υπερβαίνουν αυτά ακριβώς τα εγγενή, υποτίθεται, χαρακτηριστικά).

Αμέσως παρακάτω, ωστόσο, διατυπώνεται ότι «[θ]α πρέπει να το πούμε πάντως και αυτό, πρέπει να πω όμως ότι είναι και ένας συνεχής κίνδυνος, κινδυνεύουν οι ντόπιοι από κλοπές φοβερές ακόμη και στον δρόμο». Εδώ διαχωρίζεται ο πληθυσμός της Κυψέλης –που είναι και το αντικείμενο της συνάντησης-συζήτησης– σε «ντόπιους» και «ξένους». Οι δεύτεροι είναι διαρκής κίνδυνος για τους πρώτους, συνδεόμενοι με την εγκληματικότητα, και προς επίρρωση της θέσης αυτής γίνεται αναφορά σε δύο βίαια περιστατικά με θύματα τα ίδια πρόσωπα του στενού της περιβάλλοντος. Ως εάν να αντιλαμβάνεται ότι αυτή η γενίκευση (ντόπιοι-θύματα, ξένοι-θύτες) συνιστά την επιτομή κάθε λόγου καταρχάς ξενοφοβικού (είναι μάλλον υπερβολικό να μιλήσει κανείς για ρατσισμό ακόμη εδώ) ευθύς η Δημουλά «αυτοδιορθώνεται» κάνοντας την εξής διευκρίνιση που συνιστά κριτική στην προηγούμενη διατύπωση: «Περιορισμένα περιστατικά ναι, αλλά ο φόβος είναι απεριόριστος. Δεν θέλω να πω ότι οι ξένοι της Κυψέλης είναι και ληστές».

bench_non-whitesΑμέσως παρακάτω διαβάζουμε: «Πάντως εάν πάει κανείς στην πλατεία της Κυψέλης, δεν έχει χώρο να πατήσει. Στα δε παγκάκια κάθονται άνθρωποι ξένοι –πολύ φυσικό βέβαια, πώς να περάσουν την ώρα τους– και παίζουν κάτι δικά τους χαρτιά και με χαρτάκια γεμίζει ο τόπος». Εδώ υπάρχει μια κλιμάκωση του ξενοφοβικού λόγου και βρισκόμαστε πλέον στο κατώφλι του λεγόμενου «διαφορικού» ρατσισμού. Οι δυο κατηγορίες, ντόπιοι και ξένοι, διατηρούνται ακέραιες στη γενικότητά τους και τώρα πλέον διατυπώνεται μια ιδέα αδυναμίας συνύπαρξης: τα «δικά τους χαρτιά» εάν δεν συνιστούν μια υποδεέστερη των «δικών μας» πολιτισμική πρακτική (η διατύπωση «χαρτάκια που γεμίζει ο τόπος» δεν ξέρω αν μπορεί να μη διαβαστεί υποτιμητικά), είναι πάντως κάτι τόσο ξένο που δεν έχουμε καν την περιέργεια να μάθουμε τι είναι, δεν μας αφορά. Εδώ, ωστόσο, καθόλου δε διατυπώνεται μια «σκληρή» μορφή ρατσισμού – εμβόλιμα στη φράση εκφράζεται μάλιστα μια κατανόηση: είναι φυσικό π.χ. να κάθονται στα παγκάκια. Δεν εκφράζεται επιθετικότητα, αλλά σεβασμός προς την ανθρώπινη ιδιότητά τους, ταυτόχρονα όμως διαπιστώνεται ένα πρόβλημα: δεν υπάρχει χώρος για όλους, τα παγκάκια δεν φτάνουν, κι αν πρέπει να δοθεί προτεραιότητα είναι στους «Κυψελιώτες», όχι στους ξένους. Στη συνέχεια, για άλλη μια φορά, οι δύο αντιτιθέμενοι λόγοι συνυπάρχουν στην ίδια φράση: «Βεβαίως οι Κυψελιώτες έχουν εκτοπιστεί, αυτό είναι μια πραγματικότητα, βεβαίως τους αγάπαμε τους ξένους αφού φύγαν από εκεί για έλθουν και να ζήσουν να δουλέψουν αλλά κάπως πρέπει να μοιραστούν οι χώροι». Ως εάν να πρέπει να τηρηθεί ένα ισοζύγιο μεταξύ τους, η ένταση ανεβαίνει και από τις δύο μεριές: εδώ η προηγουμένως εκφρασθείσα κατανόηση για τους ξένους ανατιμάται σε αγάπη για τη σκληρή τους μοίρα, την ίδια στιγμή που ο αντίπαλος λόγος προτρέπει πια σε ανάληψη δράσης (δεν παραμένει πια στο επίπεδο έκφρασης αντιλήψεων και συναισθημάτων) και γίνεται ανοιχτά ρατσιστικός: «να μοιραστούν οι χώροι». Τι θα πει αυτό; Σημαίνει προφανώς μια άνιση πρόσβαση στο δημόσιο χώρο υπέρ των «εκτοπισμένων Κυψελιωτών» (εδώ, παρεμπιπτόντως, έχουμε συντονισμό με την περσiνή, προεκλογική δήλωση Σαμαρά για την ανάγκη «ανακατάληψης των πόλεών μας»). Μια τέτοια πολιτική διαχωρισμού υπήρχε κατά συστηματικό τρόπο στη Νότια Αφρική επί απαρτχάιντ, μεταξύ άλλων –μολονότι αυτό ήταν το λιγότερο στη συνολική βαρβαρότητα του καθεστώτος– διαχωρισμός στα παγκάκια: άλλα για λευκούς, άλλα για μαύρους (βλ. φωτό).

Ίσως και λόγω της βαρύτητας αυτής της ρατσιστικής προτροπής, ο λόγος της ανεκτικότητας, της συμπάθειας και της κοινωνικής ερμηνείας έχει την τελευταία κουβέντα, γινόμενος και πιο προσωπικός: «Έχω συναντήσει πολλούς μαύρους με καρότσια του σούπερ μάρκετ… έχει όμως κι έναν μόδιστρο πακιστανό η γειτονιά μου που δεν τον φτάνει κανείς στο διόρθωμα, Φαέθοντος βρίσκεται… και ανδρικά και γυναικεία... Μακάρι να μην υπήρχε αυτό το θέμα της πείνας, μακάρι οι φυλές του κόσμου να ήταν ανακατωμένες, εδώ πια είναι ένα πρόβλημα πώς συντηρούνται αυτοί οι άνθρωποι».

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι η Δημουλά καθόλου δεν συντάσσεται με τους συνειδητοποιημένους ιδεολόγους ρατσιστές, τους κήρυκες του μίσους και τους μαχαιροβγάλτες. Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι δεν είναι ρατίστρια. Νομίζω ότι βιώνει κατά τρόπο ειλικρινή όσο κι αντιφατικό –όπως ακριβώς δηλαδή εκφράστηκε με τα λεγόμενα της– ένα πραγματικό πρόβλημα που είναι η δικαιολογημένη αίσθηση ανασφάλειας μιας ηλικιωμένης, ασυνόδευτης γυναίκας σε μια περιοχή όπου υπάρχει όντως οξυμένη εγκληματικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Η ερμηνεία που δίνει στο πρόβλημα δεν είναι μονοσήμαντη (εδώ ακριβώς οι περισσότεροι σχολιαστές εμφανίστηκαν μονομερείς, απομονώντας αυθαίρετα τον έναν από τους δύο λόγους), αλλά συντίθεται από διαφορετικές καταβολές: φιλελεύθερες, συντηρητικές, εθνικιστικές και ξενοφοβικές ως ρατσιστικές ιδέες υπάρχουν ανακατεμένες μαζί με μια εξιδανίκευση του παρελθόντος που γίνεται μέτρο σύγκρισης –«η Κυψέλη ήταν παράδεισος»– η οποία εδράζεται σε μια κοινοτιστική αντίληψη που τελικά δίνει τον τόνο: οι «Κυψελιώτες» είναι μια αδιαφοροποίητη, ομοιογενής κατηγορία που θεμελιώνεται στην εντοπιότητα και την καταγωγή. Η «αλλοίωση» αυτού του πληθυσμού από επείσακτα στοιχεία μπορεί να μην είναι ακριβώς η (μοναδική) αιτία, αλλά πάντως συμβάλλει στην κοινωνική παρακμή, την οικονομική δυσπραγία και την ανασφάλεια.

black-white-bus-stopΤο ενδιαφέρον εν προκειμένω, όπως φαίνεται κι από τις αντιδράσεις της, είναι ότι η Δημουλά δεν συνειδητοποιεί (σίγουρα όχι πλήρως) την (επαναλαμβάνω, μία ανάμεσα σε άλλες) ρατσιστική διάσταση ορισμένων λεγομένων της. Αυτό δεν είναι τόσο επιλήψιμο, είναι όμως σημαντικό να επισημανθεί. Και πρόκειται για κάτι εξαιρετικά διαδεδομένο ώστε να επιδέχεται γενίκευσης. Ο λόγος μας συχνά συναρθρώνεται από στερεότυπα και κοινούς τόπους που εκλαμβάνουμε ως δεδομένα κι αυτονόητα και συχνά είναι εγγεγραμμένα στις ίδιες τις λέξεις ή τις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε. Φερ’ ειπείν, πόσοι από εμάς δεν αναμασάμε, κατά το τηλεοπτικό κλισέ, την έκφραση «επιχείρηση-σκούπα» της αστυνομίας; Αν σας πω ότι χρησιμοποιήσατε ρατσιστικό λόγο, καθώς τους ανθρώπους δεν τους σκουπίζουμε, τα σκουπίδια σκουπίζουμε, δεν θα έχω άδικο, μολονότι είμαι πρόθυμος ευθύς να αποδεχθώ, εφόσον με διαβεβαιώσετε, ότι δεν το κάνατε αυτό με τέτοια πρόθεση, ότι δεν είστε ρατσιστές. Και θα έχω άδικο αν σας εξομοιώσω με τον «εκπρόσωπο τύπου» της νεοναζιστικής συμμορίας ο οποίος αποκαλεί ανοιχτά και με πλήρη επίγνωση «ανθρώπινα σκουπίδια» μετανάστες και ρομά. Όμως, αυτό που θέλω να πω είναι ότι όντας εκτεθειμένοι σε κοινούς τόπους, στερεότυπα και προκαταλήψεις –υλικό με το οποίο έχουμε συγκροτήσει την ίδια μας την ταυτότητα– είμαστε πάντα ευάλωτοι, και σε συνθήκη κρίσης ακόμη περισσότερο, σε μια στρεψόδικη προπαγάνδα που θα αξιοποιήσει αυτό ακριβώς το υλικό, π.χ. την αναγωγή της μεταναστευτικής πολιτικής σε ζήτημα ασφάλειας και τάξης, τη διάχυτη ξενοφοβία, την ιδέα περί ομοιογένειας κ.ο.κ. και που θα επιχειρήσει, διά της παροξυσμικής της υπερβολής, να το μετασχηματίσει σε συστηματική ρατσιστική πρακτική. Είναι γι’ αυτό που οφείλουμε διαρκώς να αναρωτιόμαστε για τις ίδιες τις λέξεις που χρησιμοποιούμε και τη διαμφισβητούμενη σημασία τους. Φερ’ ειπείν, εάν «μοιράσουμε τους χώρους», ο 18χρονος Μουάι με γονείς μετανάστες από την Κένυα, που γεννήθηκε, πήγε σχολείο κι έχει ζήσει όλη του τη ζωή στην Κυψέλη, μπορεί να καθίσει στα παγκάκια της πλατείας ή μήπως δεν είναι αρκετά Κυψελιώτης; Και πώς ακριβώς ορίζεται ο Κυψελιώτης; (Το παγκάκι του απαρντχάιντ με τη σήμανση «μόνο για λευκούς» που εικονίζεται στην πρώτη φωτογραφία του παρόντος κειμένου προειδοποεί με μήνυμα γραμμένο στις τάβλες του –ως εάν να ειρωνεύεται τον ίδιο το συντάκτη του– ότι με την απογραφή του 1984, 518 άτομα αναταξινομήθηκαν ως λευκοί κι ένα άτομο ως μαύρο).

 

 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τι θέλουμε να κάνει το σχολείο μας;

Τι θέλουμε να κάνει το σχολείο μας;

Σκέψεις γύρω από τα πιο αποτελεσματικά εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο και αναπόφευκτες συγκρίσεις με το «ελληνικό παράδειγμα», με αφορμή το βιβλίο-μελέτη της Lucy Crehan «Φυτώρια ευφυΐας» (μτφρ. Μαρία Παπαηλιάδη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).

Του Σωτήρη Βανδώρου ...

Οι άνθρωποι την εποχή των έξυπνων μηχανών

Οι άνθρωποι την εποχή των έξυπνων μηχανών

Για το βιβλίο «Life 3.0» του Max Tegmark (μτφρ. Νίκος Αποστολόπουλος, εκδ. Τραυλός).

Του Σωτήρη Βανδώρου

Εξολοθρευτής, Μάτριξ, Blade Runner κτλ. κτλ. Οι συνειρμοί που κάνουμε οι περισσότεροι όταν ακούμε περί τεχνητή...

Το παρόν και το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας

Το παρόν και το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας

Για το βιβλίο «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» του Γιώργου Σιακαντάρη (εκδ. Αλεξάνδρεια).

Του Σωτήρη ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Γυναικείο Βραβείο Μυθοπλασίας»: Ανακοινώθηκε η βραχεία λίστα του Women's Prize for Fiction 2024

«Γυναικείο Βραβείο Μυθοπλασίας»: Ανακοινώθηκε η βραχεία λίστα του Women's Prize for Fiction 2024

Η νικήτρια του βραβείου Women's Prize for Fiction 2024 (όπως και της κατηγορίας Non fiction που θεσμοθετήθηκε από φέτος) θα ανακοινωθεί στις 13 Ιουνίου. Κεντρική εικόνα: Από αριστερά προς τα δεξιά οι Aube Rey Lescure, Claire Kilroy και V. V. Ganeshananthan.

Επιμέλεια: ...

«Η μοναχοκόρη» της Γκουαδαλούπε Νέτελ (κριτική) – Οι πολλαπλές αποχρώσεις της μητρότητας

«Η μοναχοκόρη» της Γκουαδαλούπε Νέτελ (κριτική) – Οι πολλαπλές αποχρώσεις της μητρότητας

Για το βιβλίο «Η μοναχοκόρη» της Γκουαδαλούπε Νέτελ [Guadalupe Nettel] (μτφρ. Νάννα Παπανικολάου, εκδ. Ίκαρος). Kεντρική εικόνα: έργο της street artist Οla Volo © olavolo.com.

Γράφει η Φανή Χατζή

Όσο η άποψη ότι ο γενε...

«TACK»: Μια ταινία για τη δύναμη του καλού με πρωταγωνίστριες τις Σοφία Μπεκατώρου και Αμαλία Προβελεγγίου

«TACK»: Μια ταινία για τη δύναμη του καλού με πρωταγωνίστριες τις Σοφία Μπεκατώρου και Αμαλία Προβελεγγίου

Για το ντοκιμαντέρ «TACK» (παραγωγή Onassis Culture) της Βάνιας Τέρνερ με πρωταγωνίστριες τη Σοφία Μπεκατώρου, που πρώτη ξεκίνησε το ελληνικό #MeToo, και την Αμαλία Προβελεγγίου, της οποίας η καταγγελία για βιασμό από τον προπονητή της από τα έντεκά της οδήγησε στην πρώτη δίκη-ορόσημο όχι μόνο για τη δικαίωσή της αλ...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 19 Απριλίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Εἶχαν πιάσει γιὰ τὰ καλὰ οἱ ζέστες, καὶ τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ κανόνισαν ν...

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Αντρές Μοντέρο [Andrés Montero] «Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου), το οποίο κυκλοφορεί στις 17 Απριλίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Η μονομαχ...

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ολίβια Μάνινγκ [Olivia Manning] «Σχολείο για την αγάπη» (μτφρ. Φωτεινή Πίπη), το οποίο κυκλοφορεί στις 23 Απριλίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν έφτασαν στην κορυφή του λό...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Μεγάλο το θέμα, μικρό το δέμας: 21 βιβλία για τη «μικρή» ή τη «σύντομη» ιστορία του… οτιδήποτε

Μεγάλο το θέμα, μικρό το δέμας: 21 βιβλία για τη «μικρή» ή τη «σύντομη» ιστορία του… οτιδήποτε

Υπάρχει μια «μικρή» ή μια «σύντομη» ιστορία για το… οτιδήποτε. Οι τίτλοι βιβλίων που επιχειρούν (και καταφέρνουν) να συμπυκνώσουν μεγάλα θέματα σε, συνήθως, ολιγοσέλιδα βιβλία είναι πάρα πολλοί. Εντυπωσιακά πολλοί. Στην παρακάτω πολύ ενδεικτική επιλογή είκοσι ενός βιβλίων μπορεί καν...

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου 2024: «Με ένα βιβλίο πετάω!» ξανά... – 12 βιβλία για το μεγάλο ταξίδι της ανάγνωσης

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου 2024: «Με ένα βιβλίο πετάω!» ξανά... – 12 βιβλία για το μεγάλο ταξίδι της ανάγνωσης

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου (23 Απριλίου) επιλέγουμε 12 βιβλία που μας βάζουν στα ενδότερα της λογοτεχνίας και μας συνοδεύουν στο ταξίδι της ανάγνωσης.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

Στις 23 Απριλίου γιορτάζουν τα βιβλ...

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Πέντε μελέτες αναδεικνύουν τις νομικές και κοινωνικές διαστάσεις των γυναικοκτονιών και συμβάλλουν στην κατανόηση των αιτίων που προκαλούν την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας. Επειδή οι γυναικτοκτονίες δεν είναι «εγκλήματα πάθους» αλλά ανθρωποκτονίες με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Γράφει η Φανή Χ...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2023

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book

ΦΑΚΕΛΟΙ