Του Σωτήρη Βανδώρου
Στην Ελλάδα από το 1989 οι καθημερινές εφημερίδες «χάνουν» φύλλα κάθε χρόνο. Η ραγδαία ανάπτυξη των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων και του διαδικτύου ασκεί όλο και μεγαλύτερη πίεση στον Τύπο. Πώς θα «κρατήσει» τους συστηματικούς αναγνώστες και πώς θα δημιουργήσει νέους;
Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Μια τάση είναι η προσαρμογή στα πρότυπα που θέτει η κυρίαρχη επικοινωνιακή συνθήκη, αυτή της τηλεόρασης. Δηλαδή, έμφαση στην εικονογραφική διάσταση, απλοποίηση της γλώσσας, μεγαλύτερη κάλυψη σε «ελαφριά» θεματολογία, προσέγγιση των ζητημάτων μέσω της προσωποποίησης και της δραματοποίησης. Βασικό σκεπτικό είναι ότι στο κοινό, το οποίο έχει πια δωρεάν πρόσβαση σε πληθώρα ηλεκτρονικών μέσων, που έχει λιγότερο ελεύθερο χρόνο λόγω εντατικοποίησης της εργασίας, που έχει απογοητευτεί ή, εν πάση περιπτώσει, δεν διατηρεί το ίδιο ενδιαφέρον για τα δημόσια ζητήματα, θα πρέπει να προσφέρεται κάτι «ελκυστικό» κι ευκολοδιάβαστο. Oι κυριακάτικες εφημερίδες έχουν προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, προσφέροντας οπτικοακουστικό υλικό. Σε ποιες περιπτώσεις αυτό είναι συναφές με τη δημοσιογραφική τους ύλη και δεν υπονομεύει την τελευταία είναι θέμα ξεχωριστoύ προβληματισμού.
Σε ένα τέτοιο επικοινωνιακό περιβάλλον, ποια μπορεί να είναι η τύχη των σελίδων των εφημερίδων που αφορούν το βιβλίο; Επισφαλής κι αβέβαιη. Γεγονός είναι ότι ούτε η διεθνής εμπειρία είναι ενθαρρυντική. Ο χώρος που αφιερώνεται στη βιβλιοπαρουσίαση και στη βιβλιοκριτική στα παραδοσιακά έντυπα τείνει να συρρικνώνεται.
Η άσκηση κάθε είδους λογοτεχνικής κριτικής κατά τον 17o και τον 18o αιώνα σε φιλολογικά σαλόνια, σε λέσχες, σε καφενεία και ιδίως σε φυλλάδες κι εφημερίδες μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών ήταν το πρώτο βήμα για τη δημιουργία αυτού που αποκαλούμε δημόσιο χώρο.
Εδώ είναι ίσως σκόπιμη μια αναφορά στην ιστορία. Η άσκηση κάθε είδους λογοτεχνικής κριτικής κατά τον 17o και τον 18o αιώνα σε φιλολογικά σαλόνια, σε λέσχες, σε καφενεία και ιδίως σε φυλλάδες κι εφημερίδες μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών ήταν το πρώτο βήμα για τη δημιουργία αυτού που αποκαλούμε δημόσιο χώρο. Σταδιακά, η κριτική αυτή επεκτάθηκε και στα πολιτικά ζητήματα, ενώ ενέπλεξε ένα ευρύτερο κοινό. Υπέσκαψε έτσι τα θεμέλια της απολυταρχίας και προετοίμασε το έδαφος για τις μεγάλες δημοκρατικές επαναστάσεις. Σε αυτή την προοπτική, βιβλίο κι εφημερίδα μοιράζονται όχι μόνο κοινή καταγωγή, αλλά και συγγενείς αξίες και στοχεύσεις. Όσο η εφημερίδα απομακρύνεται από αυτά τα χαρακτηριστικά προς τη λογική του θεάματος και της ελαφρότητας, τόσο υπονομεύει την ίδια της την ταυτότητα. Σε βάθος χρόνου θα αυτο-απαξιωθεί. Μπορεί η στήριξη του βιβλίου από τις εφημερίδες να μη φέρνει άμεσα κι εντυπωσιακά εμπορικά αποτελέσματα, αλλά συμβάλλει στην κουλτούρα της ανάγνωσης, του γραπτού λόγου, της κριτικής, της διακίνησης των ιδεών. Αν χαθεί αυτή η κουλτούρα, οι εφημερίδες ίσως χάσουν τελικά και τον λόγο ύπαρξής τους.
Να, όμως, που το παιχνίδι δεν έχει κριθεί. Ενώ ο χώρος για το βιβλίο στις παραδοσιακές εφημερίδες περιορίζεται, καινούργια έντυπα για το βιβλίο γεννιούνται – καλή ώρα, όπως αυτό που κρατάς στα χέρια σου, αναγνώστη. Όμως, προσοχή! Η υπεράσπιση της ανάγνωσης δεν είναι μια μάχη που μπορεί πλέον να δοθεί με πρότυπα που είχαν ισχύ 50 χρόνια πριν. Έχει νόημα σήμερα να απευθυνθούμε σε έναν νεαρό –και όχι μόνο νεαρό– αναγνώστη με σημαία μας κείμενα-κατεβατά κι αδιαφορώντας για την αισθητική απόλαυση που προσφέρει μια ζυγισμένη σχέση μεταξύ του κειμένου και της εικονογραφικής του υποστήριξης; Ζητούμενο είναι μια νέα ισορροπία ανάμεσα, αφενός, στην απαίτηση για κριτική ματιά και μεστό, ποιοτικό γράψιμο και, αφετέρου, στη δημιουργική αξιοποίηση των τεχνολογικών εξελίξεων που επηρεάζουν όλες τις όψεις του βίου μας, επομένως και των αναγνωστικών μας πρακτικών.
* Ο ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΝΔΩΡΟΣ είναι λέκτορας Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Αλλαγή δομής της δημοσιότητας
Jürgen Habermas
Nήσος
Διασκέδαση μέχρι θανάτου
Νeil Postman
Κατάρτι
ΜΜΕ και λογοτεχνία
Συλλογικό
Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας
Ιστορία των μέσων μαζικής επικοινωνίας
Frédéric Barbier
Δρομέας
Σωτήρης Βανδώρος