Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Viet Thanh Nguyen «Ο συνοδοιπόρος» (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης), που θα κυκλοφορήσει στις 9 Μαρτίου από τις εκδόσεις Utopia.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Αν είχα ερωτευτεί την κατάλληλη γυναίκα, αν είχα γίνει πιο ενάρετος εραστής, αν η μητέρα μου υπολειπόταν ως μητέρα, αν ο πατέρας μου είχε πάει να σώσει ψυχές στην Αλγερία αντί για εδώ, αν ο διοικητής δεν είχε ανάγκη να με αναμορφώσει, αν οι ίδιοι μου οι συμπατριώτες δεν με υποψιάζονταν, αν με έβλεπαν σαν έναν απ' αυτούς, αν ξεχνούσαμε τις κακίες μας, αν ξεχνούσαμε την εκδίκηση, αν αναγνωρίζαμε ότι είμαστε τα ανδρείκελα στο έργο κάποιου άλλου...
Ήταν καλοί μαθητές, ακριβώς όπως κι εγώ. Έμαθαν καλά το μάθημά τους, το ίδιο κι εγώ, οπότε αν έχεις την καλοσύνη, κλείσε επιτέλους τα φώτα, αν έχεις την καλοσύνη, κλείσε αυτό το τηλέφωνο, σταμάτα αυτές τις κλήσεις, αν θυμάσαι ότι οι δυο μας ήμαστε κάποτε και ίσως ακόμα είμαστε οι καλύτεροι φίλοι, αν μπορείς να καταλάβεις ότι δεν έχει απομείνει τίποτα να ομολογήσω, αν το πλοίο της ιστορίας είχε αλλάξει ρότα, αν είχα γίνει λογιστής, αν είχα ερωτευτεί την κατάλληλη γυναίκα, αν είχα γίνει πιο ενάρετος εραστής, αν η μητέρα μου υπολειπόταν ως μητέρα, αν ο πατέρας μου είχε πάει να σώσει ψυχές στην Αλγερία αντί για εδώ, αν ο διοικητής δεν είχε ανάγκη να με αναμορφώσει, αν οι ίδιοι μου οι συμπατριώτες δεν με υποψιάζονταν, αν με έβλεπαν σαν έναν απ' αυτούς, αν ξεχνούσαμε τις κακίες μας, αν ξεχνούσαμε την εκδίκηση, αν αναγνωρίζαμε ότι είμαστε τα ανδρείκελα στο έργο κάποιου άλλου, αν δεν είχαμε εμπλακεί σ' έναν πόλεμο μεταξύ μας, αν κάποιοι από μας δεν φωνάζαμε τους εαυτούς μας εθνικιστές ή κομμουνιστές ή ρεαλιστές, αν δεν αυτοπυρπολούνταν οι βουδιστές μοναχοί μας, αν οι Αμερικανοί δεν είχαν έρθει να μας σώσουν από εμάς τους ίδιους, αν δεν είχαμε αγοράσει ό,τι πουλούσαν, αν οι Σοβιετικοί δεν μας είχαν αποκαλέσει ποτέ συντρόφους, αν δεν είχε επιδιώξει ο Μάο να κάνει το ίδιο, αν οι Ιάπωνες δεν μας είχαν διδάξει ποτέ την ανωτερότητα της κίτρινης φυλής, αν οι Γάλλοι δεν είχαν ποτέ επιζητήσει να μας εκπολιτίσουν, αν ο Χο Τσι Μινχ δεν ήταν διαλεκτικός και ο Μαρξ δεν ήταν αναλυτικός, αν το αόρατο χέρι της αγοράς δεν μας είχε αρπάξει από το σβέρκο, αν οι Βρετανοί είχαν νικήσει τους εξεγερμένους του Νέου Κόσμου, αν οι ιθαγενείς είχαν πει απλώς, Τι στο καλό, όταν αντίκρισαν τον πρώτο λευκό, αν οι αυτοκράτορες και οι μανδαρίνοι μας δεν είχαν συγκρουστεί μεταξύ τους, αν οι Κινέζοι δεν μας είχαν κυριεύσει για χίλια χρόνια, αν είχαν χρησιμοποιήσει την πυρίτιδα για κάτι περισσότερο εκτός από πυροτεχνήματα, αν δεν είχε ζήσει ποτέ ο Βούδας, αν δεν είχε γραφτεί ποτέ η Βίβλος κι αν δεν είχε ποτέ θυσιαστεί ο Ιησούς Χριστός, αν ο Αδάμ και η Εύα το γλεντούσαν ακόμα στον Κήπο της Εδέμ, αν δεν μας είχαν γεννήσει ο δράκος κι η νεράιδα, αν πενήντα από τα παιδιά τους δεν είχαν ακολουθήσει τη νεράιδα μάνα τους στα βουνά, αν άλλα πενήντα δεν είχαν ακολουθήσει τον δράκο πατέρα τους στη θάλασσα, αν ο φοίνικας του θρύλου είχε στ' αλήθεια αναγεννηθεί από τις στάχτες του αντί να συντριβεί και να κατακαεί στην ύπαιθρό μας, αν δεν υπήρχε Φως και δεν υπήρχε Λόγος, αν ο Ουρανός κι η γη δεν είχαν ποτέ χωρίσει, αν η ιστορία δεν είχε ποτέ ανακύψει, ούτε σαν φάρσα ούτε σαν τραγωδία, αν ο όφις της γλώσσας δεν με είχε δαγκώσει, αν δεν είχα ποτέ γεννηθεί, αν η μητέρα μου δεν είχε ποτέ διανοιχθεί, αν δεν χρειαζόσουν κι άλλες αναθεωρήσεις, κι αν δεν έβλεπα πια αυτά τα οράματα, σε παρακαλώ, θα μπορούσες να μ' αφήσεις απλώς να κοιμηθώ;
Φυσικά δεν γίνεται να κοιμηθείς. Οι επαναστάτες είναι άνθρωποι της αϋπνίας, φοβούνται υπερβολικά τον εφιάλτη της ιστορίας για να μπορούν να κοιμηθούν, τους προβληματίζουν πάρα πολύ τα δεινά του κόσμου για να 'ναι κάτι λιγότερο από ξάγρυπνοι, αυτό τουλάχιστον είπε ο διοικητής. Μιλούσε ενώ εγώ ήμουν ξαπλωμένος στο στρώμα, είδος σε διαφάνεια σ' ένα μικροσκόπιο, και με το απαλό μεταλλικό κλικ του κλείστρου, συνειδητοποίησα ότι το πείραμα του γιατρού είχε πετύχει. Ήμουν διχασμένος, το ταραγμένο κορμί από κάτω, η ατάραχη συνείδηση να μετεωρίζεται από πάνω, ψηλά, πέρα από το φωτισμένο ταβάνι, ωθούμενη από την οδύνη μου μέσα από έναν αθέατο γυροσκοπικό μηχανισμό. Ιδωμένη από το ύψος εκείνο, η ζωοτομία που μου επιβάλλανε ήταν στ' αλήθεια πολύ ενδιαφέρουσα, καθώς άφηνε το κροκάδι του τρεμουλιαστού κορμιού μου να τρεμολάμπει κάτω από το ιξώδες ασπράδι του μυαλού. Έτσι καθημαγμένος και συνάμα ανυψωμένος, ήμουν πέρα από την κατανόηση ακόμα και του Σόνι και του Λαίμαργου ταγματάρχη, που παρέμεναν στο επίπεδο της χρόνιας αϋπνίας μου, κοιτάζοντας επάνω από τους ώμους του γιατρού, του διοικητή, και του κομισάριου, καθώς αυτοί στέκονταν γύρω μου, όχι πια με τις λευκές ιατρικές ποδιές, τα πράσινα χειρουργικά ρούχα, και τα ανοξείδωτα ατσάλινα προστατευτικά γυαλιά, αλλά με κίτρινες στρατιωτικές στολές, με τα κόκκινα διάσημα της ιεραρχίας, και πιστόλια στις δερμάτινες θήκες τους στους γοφούς. Ενώ αυτοί εκεί κάτω ήταν άνθρωποι και φαντάσματα, εγώ ήμουν το υπερφυσικό Άγιο Πνεύμα, με αλλόκοσμη όραση και αλλόκοσμη ακοή. Με αυτόν τον αποστασιοποιημένο αλαργινό τρόπο, είδα τον διοι- κητή να απλώνει το χέρι του προς τον υπάνθρωπο εαυτό μου, τον δείκτη του να τεντώνεται αργά και να πιέζει ελαφρά το ανοιχτό μου μάτι, ένα άγγιγμα που έκανε το άμοιρο κορμί μου να ζαρώσει.
ΕΓΩ
Σε παρακαλώ, άσε με να κοιμηθώ,
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Θα μπορέσεις να κοιμηθείς, όταν θα είμαι πλέον ικανοποιημένος από την ομολογία σου.
ΕΓΩ
Μα δεν έκανα τίποτα!
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Ακριβώς.
ΕΓΩ
Τα φώτα είναι πολύ έντονα. Αν μπορούσες—
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Ο κόσμος έβλεπε τι γίνεται στη χώρα μας και οι άνθρωποι στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου δεν έκαναν τίποτα. Και όχι μόνο αυτό — το απολάμβαναν πολύ κιόλας.
Δεν αποτελείς εξαίρεση.
ΕΓΩ
Μίλησα, έτσι δεν είναι; Δικό μου λάθος ήταν ότι δεν μ' άκουσαν;
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Άσε τις δικαιολογίες! Δεν κλαψουρίσαμε εμείς. Ήμαστε όλοι πρόθυμοι να γίνουμε μάρτυρες, εμείς. Από καθαρή τύχη και μόνον, ο γιατρός, ο κομισάριος κι εγώ είμαστε ακόμα ζωντανοί. Εσύ απλώς δεν ήσουν πρόθυμος να θυσιαστείς για να σώσεις τη ζωή της πρακτόρισσάς μας, αν και αυτή ήταν πρόθυμη να θυσιαστεί για να σώσει τη ζωή του κομισάριου.
ΕΓΩ
Όχι, δεν είναι έτσι! Εγώ—
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ και Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ και Ο ΓΙΑΤΡΟΣ (ομόφωνα)
Παραδέξου το!
Και είδα τότε τον εαυτό μου να το παραδέχεται. Άκουσα τον εαυτό μου να αναγνωρίζει ότι δεν τιμωρήθηκα και δεν επανεκπαιδεύτηκα για τα πράγματα που είχα κάνει, αλλά για τα πράγματα που δεν είχα κάνει. Έκλαψα και θρήνησα χωρίς ντροπή για την ντροπή που ένιωθα.
Και είδα τότε τον εαυτό μου να το παραδέχεται. Άκουσα τον εαυτό μου να αναγνωρίζει ότι δεν τιμωρήθηκα και δεν επανεκπαιδεύτηκα για τα πράγματα που είχα κάνει, αλλά για τα πράγματα που δεν είχα κάνει. Έκλαψα και θρήνησα χωρίς ντροπή για την ντροπή που ένιωθα. Ήμουν ένοχος για το έγκλημα του να μην έχω κάνει τίποτα. Ήμουν ο άνθρωπος στον οποίο έκαναν διάφορα, γιατί δεν είχε κάνει τίποτα! Και δεν έκλαψα και θρήνησα μόνον· ούρλιαξα, ένας σίφουνας συναισθημάτων έκανε τα παράθυρα της ψυχής μου να ταρακουνηθούν και να κροταλίσουν. Το θέαμα και ο ήχος της ελεεινής κατάντιας μου ήταν τόσο οχληρά, ώστε όλοι απέστρεψαν το βλέμμα από το θλιβερό συνονθύλευμα που είχα γίνει, εκτός από τον διοικητή, τον κομισάριο, κι εμένα.
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Ικανοποιημένος;
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Παραδέχτηκε, λοιπόν, ότι δεν έκανε τίποτα. Αλλά τι έχει να πει για τον σύντροφο Μπρου και τον Ωρολογοποιό;
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να σώσει τον σύντροφο Μπρου και τον Ωρολογοποιό. Κι όσο για την πρακτόρισσα, επέζησε.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Δεν μπορούσε καν να σύρει τα πόδια της, όταν την ελευθερώσαμε.
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Μπορεί να ήταν τσακισμένο το κορμί της, όχι, όμως, και η ψυχή της.
Ο ΓΙΑΤΡΟΣ
Τι έγιναν εκείνοι οι αστυνομικοί;
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Τους βρήκα εγώ.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Αυτοί πλήρωσαν το τίμημα. Δεν θα 'πρεπε κι αυτός;
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Ναι, αλλά θα πρέπει να του αναγνωρίσουμε ότι αφαίρεσε ζωές εχθρών.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Του Σόνι και του ταγματάρχη; Οι αξιοθρήνητες ζωές τους δεν αξίζουν καν όσο οι πληγές της πρακτόρισσας.
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Και η ζωή του πατέρα του; Του πατέρα μου; Τι ήταν πάλι αυτό; Ακόμα και ο Σόνι και ο Λαίμαργος ταγματάρχης, που φρικιούσαν από την τόσο τραχιά αποτίμηση της ζωής τους, σταμάτησαν τώρα για ν' ακούσουν.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Τι έκανε στον πατέρα του;
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Ρώτησέ τον ο ίδιος.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Εσύ! Εδώ κοίτα! Τι έκανες στον πατέρα σου;
ΕΓΩ
Τίποτα δεν έκανα στον πατέρα μου!
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ και Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ και Ο ΓΙΑΤΡΟΣ (ομόφωνα)
Παραδέξου το!
Και όπως κοίταξα προς τα κάτω, προς τον όλο κλάμα και κροκάδι εαυτό μου, δεν ήξερα αν έπρεπε να γελάσω ή να κλάψω με συμπόνια. δεν θυμόμουν τι είχα γράψει για τον πατέρα μου στον Μαν; Μακάρι να ήταν νεκρός.
ΕΓΩ
Μα δεν το εννοούσα!
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Να 'σαι ειλικρινής, έστω με τον εαυτό σου.
ΕΓΩ
Δεν εννοούσα ότι ήθελα να το κάνεις!
Ο ΚΟΜΙΣΑΡΙΟΣ
Και βέβαια το εννοούσες! Σε ποιον νομίζεις ότι έγραφες;
Έγραφα στον επαναστάτη που ανήκε σε μια ισχυρή επιτροπή και που ήξερε, ακόμα και τότε, ότι μία των ημερών θα ήταν κομισάριος· έγραφα σε ένα πολιτικό στέλεχος που ήδη μάθαινε τις πλαστικές τέχνες της ανάπλασης της ψυχής και του νου των ανθρώπων· έγραφα σ' έναν φίλο που θα έκανε ό,τι του ζητούσα· έγραφα σ' έναν συγγραφέα που εκτιμούσε τη δύναμη μιας πρότασης και τη βαρύτητα των λέξεων· έγραφα σ' έναν αδελφό που ήξερε τι ήθελα πιο πολύ κι από όσο το ήξερα εγώ ο ίδιος.
[...]