alt

Αναδημοσίευση του διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Υπό την βασιλικήν δρυν» (1901) από τον 3ο τόμο της κριτικής έκδοσης των απάντων, σε επιμέλεια του Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου (εκδ. Δομός).

Επιμέλεια: Book Press

Ὅταν παιδίον διηρχόμην ἐκεῖ πλησίον, ἐπὶ ὀναρίου ὀχούμενος, διὰ νὰ ὑπάγω νὰ ἀπολαύσω τὰς ἀγροτικάς μας πανηγύρεις, τῶν ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ τῆς Πρωτομαγιᾶς, ἐρρέμβαζον γλυκὰ μὴ χορταίνων νὰ θαυμάζω περικαλλὲς δένδρον, μεμονωμένον, πελώριον, μίαν βασιλικὴν δρῦν. Ὁποῖον μεγαλεῖον εἶχεν! Οἱ κλάδοι της χλωρόφαιοι, κατάμεστοι, κραταιοί· οἱ κλῶνές της, γαμψοὶ ὡς ἡ κατατομὴ τοῦ ἀετοῦ, οὖλοι ὡς ἡ χαίτη τοῦ λέοντος, προεῖχον ἀναδεδημένοι, εἰς βασιλικὰ στέμματα. Καὶ ἦτον ἐκείνη ἄνασσα τοῦ δρυμοῦ, δέσποινα ἀγρίας καλλονῆς, βασίλισσα τῆς δρόσου…

Ἀπὸ τὰ φύλλα της ἐστάλαζε κ᾽ ἔρρεεν ὁλόγυρά της «μάννα ζωῆς, δρόσος γλυκασμοῦ, μέλι τὸ ἐκ πέτρας». Ἔθαλπον οἱ ζωηφόροι ὀποί της ἔρωτα θείας ἀκμῆς, κ᾽ ἔπνεεν ἡ θεσπεσία φυλλάς της ἵμερον τρυφῆς ἀκηράτου. Καὶ ἡ κορυφή της βαθύκομος ἠγείρετο ὡς στέμμα παρθενικόν, διάδημα θεῖον.

Μ᾽ ἔθελγε, μ᾽ ἐκήλει, μ᾽ ἐκάλει ἐγγύς της. Ἐπόθουν νὰ πηδήσω ἀπὸ τοῦ ὑποζυγίου, νὰ τρέξω πλησίον της, νὰ τὴν ἀπολαύσω· νὰ περιπτυχθῶ τὸν κορμόν της, ὅστις θὰ ἦτον ἀγκάλιασμα διὰ πέντε παιδιὰ ὡς ἐμέ, καὶ νὰ τὸν φιλήσω.

ᾘσθανόμην ἄφατον συγκίνησιν νὰ θεωρῶ τὸ μεγαλοπρεπὲς ἐκεῖνο δένδρον. Ἐφάνταζεν εἰς τὸ ὄμμα, ἔμελπεν εἰς τὸ οὖς, ἐψιθύριζεν εἰς τὴν ψυχὴν φθόγγους ἀρρήτου γοητείας. Οἱ κλῶνες, οἱ ράμνοι, τὸ φύλλωμά της, εἰς τοῦ ἀνέμου τὴν σεῖσιν, ἐφαίνοντο ὡς νὰ ψάλλωσι μέλος ψαλμικόν, τὸ «Ὡς ἐμεγαλύνθη». Μ᾽ ἔθελγε, μ᾽ ἐκήλει, μ᾽ ἐκάλει ἐγγύς της. Ἐπόθουν νὰ πηδήσω ἀπὸ τοῦ ὑποζυγίου, νὰ τρέξω πλησίον της, νὰ τὴν ἀπολαύσω· νὰ περιπτυχθῶ τὸν κορμόν της, ὅστις θὰ ἦτον ἀγκάλιασμα διὰ πέντε παιδιὰ ὡς ἐμέ, καὶ νὰ τὸν φιλήσω. Νὰ προσπαθήσω ν᾽ ἀναρριχηθῶ εἰς τὸ πελώριον στέλεχος, τὸ ἁδρὸν καὶ ἀμαυρόν, ν᾽ ἀναβῶ εἰς τὸ σταύρωμα τῶν κλάδων της, ν᾽ ἀνέλθω εἰς τοὺς κλῶνας, νὰ ὑψωθῶ εἰς τοὺς ἀκρέμονας… Καὶ ἂν δὲν μ᾽ ἐδέχετο, καὶ ἂν μ᾽ ἀπέβαλλεν ἀπὸ τὸ σῶμά της καὶ μ᾽ ἔρριπτε κάτω, ἂς ἔπιπτον νὰ κυλισθῶ εἰς τὴν χλόην της, νὰ στεγασθῶ ὑπὸ τὴν σκιάν της, ὑπὸ τὰ ἀετώματα τῶν κλώνων της, τὰ ὅμοια μὲ στέμματα Δαυῒδ θεολήπτου.

Ἐπόθουν, ἀλλ᾽ ἡ συνοδία τῶν οἰκείων μου, μεθ᾽ ὧν ἐτέλουν τὰς ἐκδρομὰς ἐκείνας ἀνὰ τὰ ὄρη, δὲν θὰ ἤθελε νὰ μοὶ τὸ ἐπιτρέψῃ. Καὶ μίαν χρονιάν, ἦτο κατὰ τὰς ἑορτὰς τοῦ σωτηρίου ἔτους 186…, καθὼς εἴχομεν διέλθει πλησίον τοῦ δένδρου, ἐφθάσαμεν εἰς τὸ Μέγα Μανδρί· ― ἦτο δὲ τὸ Μέγα Μανδρὶ μικρὸς συνοικισμός, θερινὸν σκήνωμα τῶν βοσκῶν τοῦ τόπου. Ἐκατοίκουν ἐκεῖ ἑπτὰ ἢ ὀκτὼ οἰκογένειαι ἀγροτῶν. Δύο ἐκ τῶν οἰκογενειῶν τούτων συνεδέοντο πρὸς τοὺς γονεῖς μου διὰ δεσμῶν βαπτίσματος, κολληγοσύνης, κτλ. καὶ ὅλοι ἦσαν φίλοι καὶ συμπατριῶταί μας.

Κατηρχόμεθα ἐκεῖ συνήθως τὰς ἡμέρας τοῦ Πάσχα, εἶτα πάλιν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἢ τὴν Πρωτομαγιάν, ἄλλοτε δὲ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου ἢ τῆς Ἀναλήψεως. Ἐπὶ τερπνοῦ λόφου ὑπῆρχε τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ὅπου ἐλειτουργούμεθα.

Ἤγοντο ἐκεῖ χοροὶ καὶ πανηγύρεις· δρόσος καὶ ἀναψυχὴ καὶ χάρμα ἐβασίλευεν. Ἐθύοντο ἀρνία καὶ ἐρίφια, καὶ σπονδαὶ ἐγίνοντο πυροξάνθου ἀνθοσμίου. Ἐτελοῦντο ἀγῶνες ἁμίλλης, δισκοβολίαι καὶ ἅλματα. Ἔπληττε τὰς πραείας ἠχοὺς ὁ φθόγγος τοῦ αὐλοῦ καὶ τῆς λύρας, συνοδεύων τὸ ἔρρυθμον βῆμα τῶν παρθένων πρὸς κύκλιον χορόν. Καὶ ξανθαί, ἐρυθρόπεπλοι βοσκοποῦλαι ἐπήδων, ἐπέτων, ἐκελάδουν.

Καθὼς εἴχομεν φθάσει ἐκεῖ, τὴν χρονιὰν ἐκείνην, μὲ εἶχε κυριεύσει ζωηρότερον ἡ ἐντύπωσις ἡ μαγικὴ τῆς δρυός. Διηρχόμεθα ἑκάστοτε οὐχὶ μακρὰν τοῦ δένδρου, ἀπέχοντος ἡμισείας ὥρας ὁδὸν ἀπὸ τὸ Μέγα Μανδρί. Ὁ δρόμος μας ἦτον ἐπὶ τῆς κλιτύος, ὀλίγον ὑψηλότερον τῆς θέσεως ὅπου ἵστατο τὸ δένδρον, ἔτεμνε δὲ πλαγίως τὸ βουνόν… καὶ ἡ δρῦς ἡ μαγική, καθὼς ἐξηκολούθουν νὰ τὴν βλέπω ἐπὶ ἱκανὴν ὥραν, μὲ ἐγοήτευε καὶ μὲ ἐκάλει, ὡς νὰ ἦτο πλάσμα ἔμψυχον, κόρη παρθενικὴ τοῦ βουνοῦ.

Κατὰ τὰς ποικίλας κυμάνσεις τῆς ὁδοῦ, σύμφωνα μὲ τὰ κοιλώματα ἢ τὰς προεξοχὰς τοῦ ἐδάφους, καὶ κατὰ τὰς κινήσεις τοῦ ὀναρίου τὰς ἰδιοτρόπους καὶ πείσμονας ― καθὼς ἐξάνοιγα τὸ πρῶτον τὴν δρῦν, καθόσον ἐπλησίαζα ἢ ἀπεμακρυνόμην ἀπ᾽ αὐτῆς, τόσας θέας, ἀπόψεις καὶ φάσεις ἐλάμβανε τὸ δένδρον. Ἐκ πλαγίου καὶ μακρόθεν εἶχεν ὄψιν λιγυρᾶς χάριτος· ἐγγύθεν καὶ κατὰ μέτωπον, προέκυπτεν ὅλη μεστὴ καὶ ἀμφιλαφής, βαθύχλωρος, ἐπιβάλλουσα ὡς νύμφη.

Τὴν πρωίαν ἐκείνην τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, καθὼς εἶχεν εὐωδιάσει ὁ ναΐσκος ἀπὸ δάφνας καὶ λιβανωτίδας, καὶ εἶχε κρουσθῆ τρελὰ ἀπὸ παιδικὰς χεῖρας ὁ μικρὸς κώδων ὁ ὑπεράνω τοῦ γείσου τῆς στέγης τῆς πλακοσκεποῦς, χαιρετίζων τὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός», τὸ ὁποῖον ἔψαλλεν ὁ παπὰς ραίνων τοὺς πιστοὺς μὲ πέταλα ρόδων καὶ ἴων… εἶτα, πρὶν ἀπολύσῃ ἡ λειτουργία, ἐγὼ ἔγινα ἄφαντος.

Ὅλην τὴν νύκτα, κοιμώμενος καὶ ἀγρυπνῶν, ὠνειρευόμην τὴν δρῦν, τὴν θεσπεσίαν καὶ ὑψηλήν… Τὴν πρωίαν ἐκείνην τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, καθὼς εἶχεν εὐωδιάσει ὁ ναΐσκος ἀπὸ δάφνας καὶ λιβανωτίδας, καὶ εἶχε κρουσθῆ τρελὰ ἀπὸ παιδικὰς χεῖρας ὁ μικρὸς κώδων ὁ ὑπεράνω τοῦ γείσου τῆς στέγης τῆς πλακοσκεποῦς, χαιρετίζων τὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός», τὸ ὁποῖον ἔψαλλεν ὁ παπὰς ραίνων τοὺς πιστοὺς μὲ πέταλα ρόδων καὶ ἴων… εἶτα, πρὶν ἀπολύσῃ ἡ λειτουργία, ἐγὼ ἔγινα ἄφαντος.

Διὰ πλαγίου, κρυφοῦ δρομίσκου τὸν ὁποῖον εἶχον ἀνακαλύψει τὴν προτεραίαν, ἤρχισα νὰ ἀνέρχωμαι τὴν ράχιν τοῦ βουνοῦ… διευθυνόμενος πρὸς τὸ μέρος ὅπου εὑρίσκετο ἡ βασιλικὴ δρῦς. Ἐπίστευον ὅτι ἐγνώριζα καλὰ τὸν δρόμον.

Ἦτον ὅλη ἡ ὁδὸς ἀνωφερής, κ᾽ ἐγὼ ἔτρεχον, ἔτρεχον διὰ νὰ φθάσω ταχέως, ν᾽ ἀσπασθῶ τὴν ἐρωμένην μου ―ἐπειδὴ ἡ δρῦς ὑπῆρξεν ἡ πρώτη παιδική μου ἐρωμένη― καὶ ταχέως πάλιν νὰ ἐπιστρέψω, φανταζόμενος ὅτι ἡ ἀπουσία μου τότε δὲν θὰ παρετηρεῖτο, καὶ δὲν θὰ εἶχον ν᾽ ἀκούσω ἐπιπλήξεις ἀπὸ τοὺς οἰκείους.

Πρὸ ἐμοῦ εἶχον ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸ ποιμενικὸν σκήνωμα ὀλίγοι ἐκ τῆς τάξεως τῶν βοσκῶν, ἀπερχόμενοι εἰς τὴν πολίχνην, διὰ νὰ κομίσωσιν ἀρνία καὶ τυρίον εἰς τοὺς κολλήγας, ἀποφέρωσι δὲ ἄλλα ὀψώνια ἐκ τῆς πόλεως. Οὗτοι θὰ ἐπέστρεφον πρὸς ἑσπέραν, καὶ δὲν ἦτο πιθανὸν νὰ συναντήσω τινὰς καθ᾽ ὁδόν. Πλὴν παρ᾽ ἐλπίδα εἶδον μακρόθεν ἄλλους ἐρχομένους πρὸς τὰ ἐδῶ, ἐν συνοδίᾳ γυναικῶν καὶ παίδων καὶ ὑποζυγίων· οὗτοι ἤρχοντο ἐκ τῆς πόλεως διὰ νὰ συνεορτάσωσιν ἐν τῇ ἐξοχῇ πλησίον τῶν συγγενῶν των, τῶν βοσκῶν.

Πάραυτα ἐξετράπην τῆς ὁδοῦ, κ᾽ ἔσπευσα νὰ κρυβῶ ὄπισθεν πυκνῶν θάμνων. Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἂν μὲ συνήντων, μεμονωμένον, μακρὰν τῶν γονέων μου, πορευόμενον ἄγνωστον ποῦ, θὰ ἐπαραξενεύοντο, καὶ ἂν δὲν μ᾽ ἔπειθον νὰ κατέλθω μετ᾽ αὐτῶν εὐθὺς ὀπίσω, ἐξ ἅπαντος θὰ μὲ κατήγγελλον εἰς τοὺς γονεῖς μου, τοὺς ὁποίους θὰ εὕρισκον κάτω εἰς τὸ Μέγα Μανδρί. Ἤμην ἕνδεκα ἐτῶν παιδίον.

Ἐκεῖνοι ταχέως ἀντιπαρῆλθον, κ᾽ ἐγὼ ἀνέλαβα τὸν δρόμον μου, ἀλλὰ μετ᾽ ὀλίγον τὸν ἔχασα. Εἰς ἓν σταυροδρόμιον ὅπου ἔφθασα, ἐπῆρα τὸν δρόμον ἀριστερά, τὸν ὑψηλότερον, καὶ ἀσθμαίνων ἔφθασα εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ βουνοῦ. Πλὴν ἡ μεγάλη δρῦς ὑπῆρξεν εὐεργέτις μου καὶ κηδεμών μου. Αὕτη μ᾽ ἐξήγαγεν ἐκ τῆς ἀπάτης, ἐφαίνετο δὲ ὡς νὰ μοὶ ἔνευε μακρόθεν, καὶ μὲ ὡδήγει νὰ ἔλθω πλησίον της.

Καθὼς τὴν εἶδα χαμηλότερα, δεξιόθεν, ἀρκετὰ μακράν, ἄφησα τὸν δρομίσκον εἰς τὸν ὁποῖον ἔτρεχα, καὶ στραφεὶς πρὸς δυσμὰς ἤρχισα νὰ κατέρχωμαι, μέσῳ τῶν ἀγρῶν, ὑπερπηδῶν αἱμασιάς, χάνδακας, φραγμοὺς θάμνων καὶ βάτων, σχίζων τὰς σάρκας μου, αἱμάσσων χεῖρας καὶ πόδας… Τέλος ἔφθασα πλησίον τῆς ποθητῆς νύμφης τῶν δασῶν.

Ἤμην κατάκοπος, κάθιδρος καὶ πνευστιῶν. Ἅμα ἔφθασα, ἐρρίφθην ἐπὶ τῆς χλόης, ἐκυλίσθην ἐπάνω εἰς παπαροῦνες καὶ χαμολούλουδα. Ἀλλ᾽ ὅμως ᾐσθανόμην κρυφὴν εὐτυχίαν, ὀνειρώδη ἀπόλαυσιν. Ἐρρέμβαζον ἀναβλέπων εἰς τοὺς κλῶνάς της τοὺς κραταιούς, καὶ ἠνοιγόκλειον ἡδυπαθῶς τὰ χείλη εἰς τὴν πνοὴν τῆς αὔρας της, εἰς τὸν θροῦν τῶν φύλλων της. Ἑκατοντάδες πουλιῶν ἀνεπαύοντο εἰς τοὺς κλῶνάς της, ἔμελπον τρελὰ τραγούδια… Δρόσος, ἄρωμα καὶ χαρμονὴ ἐθώπευον τὴν ψυχήν μου…

Ἤμην ἀποσταμένος, καὶ δὲν εἶχον κοιμηθῆ καλὰ τὴν νύκτα. Ὁ ὕπνος μοῦ ἔλειπεν. Εἰς τὴν σκιὰν τοῦ πελωρίου δένδρου, ἐν μέσῳ τῶν μηκώνων του τῶν κατακοκκίνων, ὁ Μορφεὺς ἦλθε καὶ μ᾽ ἐβαυκάλησε, καὶ μοὶ ἔδειξεν εἰκόνας, ὡς εἰς περίεργον παιδίον.

Μοῦ ἐφάνη ὅτι τὸ δένδρον ―ἔσωζον καθ᾽ ὕπνον τὴν ἔννοιαν τοῦ δένδρου― μικρὸν κατὰ μικρὸν μετέβαλλεν ὄψιν, εἶδος καὶ μορφήν. Εἰς μίαν στιγμὴν ἡ ρίζα του μοῦ ἐφάνη ὡς δύο ὡραῖαι εὔτορνοι κνῆμαι, κολλημέναι ἡ μία ἐπάνω εἰς τὴν ἄλλην, εἶτα κατ᾽ ὀλίγον ἐξεκόλλησαν κ᾽ ἐχωρίσθησαν εἰς δύο· ὁ κορμὸς μοῦ ἐφάνη ὅτι διεπλάσσετο καὶ ἐμορφοῦτο εἰς ὀσφύν, εἰς κοιλίαν καὶ στέρνον, μὲ δύο κόλπους γλαφυρούς, προέχοντας· οἱ δύο παμμέγιστοι κλάδοι μοῦ ἐφάνησαν ὡς δύο βραχίονες, χεῖρες ὀρεγόμεναι εἰς τὸ ἄπειρον, εἶτα κατερχόμεναι συγκαταβατικῶς πρὸς τὴν γῆν, ἐφ᾽ ἧς ἐγὼ ἐκείμην· καὶ τὸ βαθύφαιον, ἀειθαλὲς φύλλωμα μοῦ ἐφάνη ὡς κόμη πλουσία κόρης, ἀναδεδημένη πρὸς τ᾽ ἄνω, εἶτα λυομένη, κυματίζουσα, χαλαρουμένη πρὸς τὰ κάτω.

Τὸ πόρισμά μου, τὸ ἐν ὀνείρῳ ἐξαχθέν, καὶ εἰς λῆρον ἐν εἴδει συλλογισμοῦ διατυπωθέν, ὑπῆρξε τοῦτο: «Ἄ! δὲν εἶναι δένδρον, εἶναι κόρη· καὶ τὰ δένδρα, ὅσα βλέπομεν, εἶναι γυναῖκες!»

Ὅταν μετ᾽ ὀλίγον ἐξύπνησα, ὡς συνέχειαν τοῦ ὀνείρου ἔσχον ἐν νῷ τὴν ἀνάμνησιν τῆς ἱστορίας τοῦ τυφλοῦ, τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς ἐθεράπευσε, καθὼς εἶχον ἀκούσει τὸν διδάσκαλόν μας εἰς τὴν Ἱερὰν Ἱστορίαν: «Καταρχὰς μὲν εἶδε τοὺς ἀνθρώπους ὡς δένδρα· δεύτερον δὲ τοὺς εἶδε καθαρά…»

Πλὴν δὲν ἐξύπνησα ἀκόμη, πρὶν ἀκούσω τί ἔλεγε τὸ φάσμα· ἡ κόρη ― ἡ δρῦς, εἶχε λάβει φωνὴν καὶ μοὶ ἔλεγεν:

― Εἰπὲ νὰ μοῦ φεισθοῦν, νὰ μὴ μὲ κόψουν… διὰ νὰ μὴ κάμω ἀκουσίως κακόν. Δὲν εἶμ᾽ ἐγὼ νύμφη ἀθάνατος· θὰ ζήσω ὅσον αὐτὸ τὸ δένδρον…

Ἐξύπνησα ἔντρομος, κ᾽ ἔφυγον… Ἦτο ἤδη μεσημβρία, καὶ ὁ ἥλιος ἐμεσουράνει… Ἔκαιεν ὑψηλά, ὑπεράνω τῆς κορυφῆς τῆς δρυός, ἥτις ἦτο σκιὰ ἀδιαπέραστος… Ἀπὸ τὸν ἀντικρινὸν λόφον ἤκουσα φωνὴν νὰ μὲ καλῇ ἐξ ὀνόματος.

Ἐξύπνησα ἔντρομος, κ᾽ ἔφυγον… Ἦτο ἤδη μεσημβρία, καὶ ὁ ἥλιος ἐμεσουράνει… Ἔκαιεν ὑψηλά, ὑπεράνω τῆς κορυφῆς τῆς δρυός, ἥτις ἦτο σκιὰ ἀδιαπέραστος… Ἀπὸ τὸν ἀντικρινὸν λόφον ἤκουσα φωνὴν νὰ μὲ καλῇ ἐξ ὀνόματος.

Ἦτον εἷς μικρὸς βοσκός, μὲ τὴν κάππαν του, μὲ τὴν στραβολέκαν* του, καὶ μὲ δέκα αἶγας, τὰς ὁποίας ὡδήγει. Μοῦ ἐφώναξεν ὅτι ὁ πατήρ μου μὲ ἀνεζήτει ἀνήσυχος, καί, νὰ τρέξω, νὰ φθάσω ταχέως ἐκεῖ κάτω…

Δὲν ἐνόησα τίποτε ἀπὸ τὸ μαντικὸν ὄνειρον. Ἀργότερα ἐδιδάχθην ἀπὸ ἐγχειρίδιον Μυθολογίας ὅτι ἡ Ἁμαδρυὰς συναποθνήσκει μὲ τὴν δρῦν, ἐν ᾗ εὑρίσκεται ἐνσαρκωμένη…

Μετὰ πολλὰ ἔτη, ὅταν ξενιτευμένος ἀπὸ μακροῦ ἐπέστρεψα εἰς τὸ χωρίον μου, κ᾽ ἐπεσκέφθην τὰ τοπία ἐκεῖνα, τὰ προσκυνητήρια τῶν παιδικῶν ἀναμνήσεων, δὲν εὗρον πλέον οὐδὲ τὸν τόπον ἔνθα ἦτό ποτε ἡ Δρῦς ἡ Βασιλική, τὸ πάγκαλον καὶ μεγαλοπρεπὲς δένδρον, ἡ νύμφη ἡ ἀνάσσουσα τῶν δρυμώνων.

Μία γραῖα μὲ τὴν ρόκαν της, μὲ δύο προβατίνας τὰς ὁποίας ἔβοσκεν ἐντὸς ἀγροῦ πλησίον, εὑρίσκετο ἐκεῖ, καθημένη ἔξωθεν τῆς μικρᾶς καλύβης της.

Ὅταν τὴν ἠρώτησα τί εἶχε γίνει τὸ «Μεγάλο Δέντρο», τὸ ὁποῖον ἦτον ἕνα καιρὸν ἐκεῖ, μοὶ ἀπήντησεν:

―Ὁ σχωρεμένος ὁ Βαργένης τὸ ἔκοψε… μὰ κ᾽ ἐκεῖνος δὲν εἶχε κάμει νισάφι* μὲ τὸ τσεκούρι του· ὅλο θεόρατα δέντρα, τόσα σημαδιακὰ πράματα… Σὰν τό ᾽κοψε κ᾽ ὕστερα, δὲν εἶδε χαΐρι* καὶ προκοπή. Ἀρρώστησε, καὶ σὲ λίγες μέρες πέθανε… Τὸ Μεγάλο Δέντρο ἦτον στοιχειωμένο.

 

Στην κεντρική εικόνα, λεπτομέρεια του πίνακα του Χρήστου Μποκόρου «Σκιά ελιάς καντήλι», ζωγραφισμένο με σκόνες και χρώματα λαδιού σε χρυσωμένο ξύλο, 90 x 60, 1996


altΆπαντα
3ος τόμος
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Επιμέλεια: Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος
Δομός 2019
Σελ. 730, τιμή εκδότη €36,00

alt

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αλμυρόφιλα (διήγηση)

Αλμυρόφιλα (διήγηση)

«Η όψη του χειμώνα στον Άη Γιάννη στους Μύλους σφηνώθηκε στην φαντασία μου ανεξίτηλα. Την αναπολώ με νοσταλγία τώρα στη Αθήνα και συχνά βυθίζομαι στις εικόνες της. Το κλείσιμο της πανδημίας, επώδυνο για άλλους, για μένα που το πέρασα στο νησί, ήταν ξαναβάφτισμα στη φύση που από παιδί ένοιωθα ένα μαζί της». Κεντρική ...

Η ιστορία των ματιών (διήγημα)

Η ιστορία των ματιών (διήγημα)

«Θα ήταν δέκα ή έντεκα χρονών όταν τα περιγράμματα των πραγμάτων άρχισαν να θολώνουν. Εκείνο που περισσότερο την πείραζε ήταν το ότι άρχισε να μη διακρίνει καθαρά όσα σκάλιζε ο δάσκαλος στον πίνακα· έναν αριθμό αν αντέγραφε λάθος, η άσκηση θα πήγαινε στον βρόντο – κι αυτή ήταν άριστη μαθήτρια». Kεντρική εικόνα: πίνα...

Έλλειψη (διήγημα)

Έλλειψη (διήγημα)

«Σήμερα ξύπνησα μ’ ένα αίσθημα έλλειψης. Είχα γυρίσει από ένα μεγάλο ταξίδι κι αυτό που ένιωσα ήταν ότι μου έλειπε ένας κήπος. Ήθελα να σηκωθώ και ν’ ασχοληθώ μόνο με τα τριαντάφυλλά μου». Kεντρική εικόνα: ® Josh Hild/Unsplash. 

Tης Αλίκης Καγιαλόγλου ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Τo «100 χρόνια μοναξιά» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγινε σειρά

Τo «100 χρόνια μοναξιά» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγινε σειρά

Η πλατφόρμα έδωσε στη δημοσιότητα το teaser trailer του σίριαλ 16 επεισοδίων που προσπαθεί να οπτικοποιήσει το εμβληματικό μυθιστόρημα «100 χρόνια μοναξιά» του νομπελίστα Κολομβιανού συγγραφέα. Κεντρική εικόνα: © Netflix. 

Επιμέλεια: Book Press

...
Στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: Η Άννα Κοκκίνου διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» του Γεωργίου Βιζυηνού

Στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: Η Άννα Κοκκίνου διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» του Γεωργίου Βιζυηνού

Την Κυριακή 28 Απριλίου στις 20:00 στον Φάρο του ΚΠΙΣΝ θα πραγματοποιηθεί η τελευταία ανάγνωση της επιτυχημένης σειράς «Παραβάσεις / Αναγνώσεις», του θεατρικού αναλόγιου που επιμελείται η σκηνοθέτης Σύλβια Λιούλιου. Αυτή τη φορά, η Άννα Κοκκίνου συνεργάζεται με τον Νίκο Βελιώτη και διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» τ...

Μια βραδιά για τον Νίκο Γκάτσο στην Καλαμάτα

Μια βραδιά για τον Νίκο Γκάτσο στην Καλαμάτα

Καλεσμένοι στη βραδιά μιλούν για το έργο του κορυφαίου στιχουργού, ενώ θα ακουστούν και τραγούδια σε ποίηση Νίκου Γκάτσου με τη Μαρία Κρασοπούλου και τον Νικόλα Παλαιολόγο.

Επιμέλεια: Book Press

Ο Δήμος Καλαμάτας και ο Τομέας Λόγου και Γραμμάτων της Κ.Ε. «ΦΑΡΙΣ», διοργανώνουν...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 19 Απριλίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Εἶχαν πιάσει γιὰ τὰ καλὰ οἱ ζέστες, καὶ τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ κανόνισαν ν...

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Αντρές Μοντέρο [Andrés Montero] «Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου), το οποίο κυκλοφορεί στις 17 Απριλίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Η μονομαχ...

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ολίβια Μάνινγκ [Olivia Manning] «Σχολείο για την αγάπη» (μτφρ. Φωτεινή Πίπη), το οποίο κυκλοφορεί στις 23 Απριλίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν έφτασαν στην κορυφή του λό...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Πέντε μελέτες αναδεικνύουν τις νομικές και κοινωνικές διαστάσεις των γυναικοκτονιών και συμβάλλουν στην κατανόηση των αιτίων που προκαλούν την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας. Επειδή οι γυναικτοκτονίες δεν είναι «εγκλήματα πάθους» αλλά ανθρωποκτονίες με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Γράφει η Φανή Χ...

Επιστήμη, φιλοσοφία, τέχνες, βιογραφίες, λογοτεχνία: Οι εκδόσεις Ροπή μέσα από 5 βιβλία τους

Επιστήμη, φιλοσοφία, τέχνες, βιογραφίες, λογοτεχνία: Οι εκδόσεις Ροπή μέσα από 5 βιβλία τους

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, οι εκδόσεις Ροπή επιδιώκουν μέσω των βιβλίων τους την αλληλεπίδραση των θετικών επιστημών με άλλα γνωστικά πεδία, δίχως διάθεση να απευθύνονται μόνο σε ειδικούς και «γνώστες». 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
Aπό τον Γκάμπορ Μάτε έως τον Όσσο: 5 βιβλία για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή

Aπό τον Γκάμπορ Μάτε έως τον Όσσο: 5 βιβλία για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή

Πέντε βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα μάς δείχνουν τον δρόμο για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή, μέσα από δεδομένα που προέκυψαν από σημαντικές επιστημονικές έρευνες των τελευταίων ετών και από πολύτιμα αποστάγματα πνευματικής εμβάθυνσης. 

Γράφει η Ελεάνα Κολοβού 

...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2023

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book

ΦΑΚΕΛΟΙ