Πεζογράφοι και ποιητές εύχονται στην Book Press με ένα διήγημα ή ένα ποίημα γραμμένο ειδικά για τους αναγνώστες μας. Μια λέξη τα ενώνει: «δέκα». Σήμερα, η Αργυρώ Μαντόγλου.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Δέκα και δέκα
«Αυτό είναι το καλύτερο σημείο –ο ωροδείχτης δείχνει δέκα και ο λεπτοδείκτης δείχνει πάλι δέκα. Δεν είναι τυχαίο που το βλέπουμε σε τόσες ταινίες, κάτι θα ξέρουν οι σκηνοθέτες. Δέκα και δέκα έχουν γίνει τόσες συναντήσεις, γνωριμίες, χωρισμοί. Σε τόσους και τόσους σταθμούς. Επιδρά στην ψυχολογία. Όταν οι δείκτες είναι σε αυτή τη θέση το ρολόι εκπέμπει αισιοδοξία. Γελαστό ρολόι το λένε. Δεν το έχεις προσέξει;»
Του είχε ζητήσει να την τραβήξει μια φωτογραφία όχι με το κινητό της αλλά με την παμπάλαια φωτογραφική μηχανή του που κουβαλούσε παντού. Μπροστά από την πινακίδα με το όνομα του σταθμού της Πομπηίας και πίσω απ’ το ρολόι του είπε και τότε ο φωτογράφος επέμεινε πως έπρεπε να μετακινηθούν οι δείχτες στο κατάλληλο σημείο για να πατήσει το κλικ.
Δεν το είχε προσέξει, ούτε μπορούσε να βρει κάτι το αισιόδοξο σε έναν χωρισμό, αλλά αυτός κάτι θα ήξερε για να επιμένει να σταθούν τόση ώρα κάτω από το ρολόι του σταθμού, ενώ περίμεναν το τρένο. Του είχε ζητήσει να την τραβήξει μια φωτογραφία όχι με το κινητό της αλλά με την παμπάλαια φωτογραφική μηχανή του που κουβαλούσε παντού. Μπροστά από την πινακίδα με το όνομα του σταθμού της Πομπηίας και πίσω απ’ το ρολόι του είπε και τότε ο φωτογράφος επέμεινε πως έπρεπε να μετακινηθούν οι δείχτες στο κατάλληλο σημείο για να πατήσει το κλικ.
Ώρα άφιξης δέκα και δέκα έγραφε η πινακίδα με τα δρομολόγια.
Κάποιοι περίεργοι είχαν σταθεί και τους κοιτούσαν. Φώναζαν δυνατά.
«Εσύ και η πινακίδα θα υπάρχετε και το επόμενο λεπτό, το ρολόι θα χρειαστεί δώδεκα ώρες για να βρεθεί ξανά σ’ αυτή τη θέση, την αισιόδοξη, τι λέω; Είκοσι τέσσερις ολόκληρες ώρες, για να "πιάσω" το πρωινό φως και αύριο φεύγουμε νωρίς το πρωί».
Κοίταξε πέρα τον αρχαιολογικό χώρο και ένιωσε πολύ τυχερή, έμεναν σε ένα κατάλυμα για αρχαιολόγους, δίπλα σχεδόν στην είσοδο, κοιμόνταν δίπλα στην πετρωμένη πολιτεία, εκεί όπου είχε κυριολεκτικά σταματήσει ο χρόνος σε μια στιγμή. Ήταν ένα όνειρο που σχεδόν από τύχη πραγματοποιήθηκε και του είχε ζητήσει αυτή τη φωτογραφία για να περισώσει την ανάμνηση.
Δεν ήξερε τι να του απαντήσει σε αυτό, η ίδια τραβούσε φωτογραφίες σχεδόν μηχανικά, δεν την ενδιέφεραν τέτοιες λεπτομέρειες, έβγαζε το κινητό της και τσακ απαθανάτιζε τα πάντα και έπαιρνε μαζί της την εικόνα πριν προλάβει να φτάσει στον αμφιβληστροειδή της.
Αυτός ο φωτογράφος κουβαλούσε μαζί του τόσα σύνεργα, φακούς, μηχανή, ένα βάρος όπου και να πήγαινε, η κάθε φωτογραφία είχε και μια φιλοσοφία, κάνε γρήγορα, θα χάσεις την εικόνα τού φώναζε, αλλά αυτός δεν της απαντούσε, μάλλον περίμενε να «γίνει» η εικόνα και όχι να την αρπάξει.
Άνθρωποι κατέβηκαν απ’ τα βαγόνια και άλλοι ανέβηκαν. Η κοπέλα άρπαξε βιαστικά το σακίδιό της και πήγε να φύγει.
«Δε θα ’ρθεις;»
Εκείνος γονατιστός περίμενε τα λεπτά να κυλήσουν.
«Όχι, περιμένω την κατάλληλη στιγμή».
Κάτι σ’ αυτό που είπε την έκανε να ντραπεί, ποτέ δεν το είχε σκεφτεί έτσι. Η κατάλληλη στιγμή. Γύρισε πίσω, τον πλησίασε και χάιδεψε τρυφερά τα μαλλιά του, πήγε και κάθισε δίπλα του και έγειρε πάνω του. Η κατάλληλη στιγμή ήταν σε απόσταση μόλις ενός λεπτού. Ενός λεπτού φιλί ήταν το πρώτο φιλί τους.
* Η ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ είναι συγγραφέας και μεταφράστρια.
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Σώμα στη βιτρίνα» (εκδ. Μεταίχμιο).