Για την ταινία «Η ψυχή και το σώμα» σε σκηνοθεσία της Ίλντικο Ενιέντι.
Του Νίκου Ξένιου
«Η ψυχή και το σώμα» της Ίλντικο Ενιέντι: ένα αστικό ποιμενικό δοκίμιο για τη μελαγχολία, μια ποιητική μεταφορά για τη σπανιότητα και τον αδιέξοδο χαρακτήρα του έρωτα, δοσμένη με μαγικό ρεαλιστικό χιούμορ και στυλιζαρισμένο αισθησιασμό. Δύο μοναχικές ψυχές έρχονται σε επαφή σε ένα σκληρό, ακατανόητο κόσμο βίας με έναν άκρως αισθητιστικό τρόπο. Οι εσωτερικές, στυλάτες ερμηνείες της Αλεξάντρα Μπορμπέλι και του Γκέζα Μορτσάνι υλοποιούν το βλέμμα της σκηνοθέτιδας.
Το σφαγείο του σώματος
Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις το σώμα από την ψυχή: αυτό θα έλεγαν οι vegan Ευαγγελιστές, αυτό θα έλεγε κάθε χορτοφάγος, αυτό όμως λέει και η κοινή αίσθηση κοσμικής δικαιοσύνης.
Μια γυναίκα (που θα μπορούσε να πάσχει από αυτισμό) ψάχνει μιαν απομονωμένη γωνιά στην τραπεζαρία. Είναι αυστηρά προσηλωμένη στους κανονισμούς, στα νούμερα και στα δεδομένα, έχει δαιμόνια μνήμη και –ως ελεγκτής ποιότητας– σημειώνει ως ακατάλληλη κάθε παραπανίσια ίντσα λίπους στο κρέας του σφαγείου. Αποκρούει κάθε ερωτική προσέγγιση, πλην της πλατωνικής που επιχειρεί ο μεγαλύτερος σε ηλικία και ανάπηρος προϊστάμενός της, που της αφυπνίζει μια βραδύκαυστη λίμπιντο.
Μια άκρως καταθλιπτική σφαγή ζώων και ένας ωμός αποκεφαλισμός αγελάδας σε ένα σύγχρονο σφαγείο εμπορικής εκμετάλλευσης μπορούν να γίνουν αντικείμενα αισθητικής θέασης, με την προϋπόθεση να παραπέμπουν στη βία που η γυναίκα ασκεί στον ίδιον της τον εαυτό. Όμως, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις το σώμα από την ψυχή: αυτό θα έλεγαν οι vegan Ευαγγελιστές, αυτό θα έλεγε κάθε χορτοφάγος, αυτό όμως λέει και η κοινή αίσθηση κοσμικής δικαιοσύνης. Μήπως η συνεχής ανατροφοδότηση του σώματος παρεμποδίζει την άνθηση της ψυχής; Μήπως το σώμα είναι το «σήμα» (ο τάφος) της ψυχής, μήπως είναι αυτό που ο Πλάτων πραγματεύεται στον «Φαίδωνα»;
Tο θέμα της ταινίας επικεντρώνει στο σεξ: εδώ έχουμε μια σαρκαστική επινόηση για τη χρήση φαρμακευτικών ουσιών σεξουαλικής διέγερσης και την κλοπή των ουσιών αυτών λόγω της ερωτικής ζήλειας. Κάθε εργαζόμενος στο σφαγείο θα περάσει από ψυχολογικό έλεγχο ως πιθανός κλοπέας της διεγερτικής ουσίας. Μια ιδιαίτερα ελκυστική ψυχολόγος (την υποδύεται θαυμάσια η Ρέκα Τένκι) θα φτάσει σε αδιέξοδο, καθώς η έρευνά της θα την φέρει ενώπιον του παραδόξου. Όπως θα’λεγε και η Λίνα Νικολακοπούλου: Τις νύχτες μπαίνεις στα όνειρά μου/ λες κι ήρθες σε δικό σου κήπο...
Η επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέρια: εδώ πρόκειται για κάτι το μεταφυσικό και τα στοιχεία είναι μη πειστικά. Καθένας μόνος στο διαμέρισμά του κλείνει τα μάτια και, σαν βγαλμένος από πίνακα του Έντουαρντ Χόππερ, βυθίζεται στο όνειρο της ποθητής συνάντησης διατηρώντας αναλλοίωτα τα γνωστά μας σεξιστικά στερεότυπα [1].
Το παγερό, χιονισμένο τοπίο της ψυχής
Σεναριακά σχεδιασμένη η σύγχρονη μοναξιά αποδίδεται με αμιγώς γυναικείο βλέμμα: η ταινία της Ίλντικο Ενιέντι με παραπέμπει διακειμενικά στο διήγημα «Λαπίν και Λαπίνοβα» της Βιρτζίνια Γουλφ.
Σεναριακά σχεδιασμένη η σύγχρονη μοναξιά αποδίδεται με αμιγώς γυναικείο βλέμμα: η ταινία της Ίλντικο Ενιέντι με παραπέμπει διακειμενικά στο διήγημα «Λαπίν και Λαπίνοβα» της Βιρτζίνια Γουλφ: «Του έριξε μια λοξή ματιά. Λοιπόν, όταν έτρωγε φρυγανιά, έμοιαζε με κουνέλι. Όταν έτρωγε, η μύτη του σούφρωνε ανεπαίσθητα. Έτσι, έγινε το χαϊδεμένο της κουνέλι. (...) "Λάπιν" φώναξε θριαμβευτικά, μ’ ένα μικρό ξεφωνητό, σαν να ’χε βρει επιτέλους τη λέξη που γύρευε. "Λάπιν, Λάπιν, βασιλιάς Λάπιν" επανέλαβε. Φαινόταν να του πηγαίνει γάντι· δεν ήταν ο Έρνεστ, ήταν ο βασιλιάς Λάπιν» [2].
Αίφνης, ένα αρσενικό μεγαλόπρεπο ελάφι κινείται με αυτοκρατορική επισημότητα σ’ ένα έρημο χιονισμένο, αντιπροσωπευτικά κεντροευρωπαϊκό τοπίο με ψυχρό φως. Απέναντί του, μέσα από τις φυλλωσιές, ένα θηλυκό ελάφι αναζητά την τροφή του. Μικρές επικοινωνιακές κινήσεις, που θα έλεγε κανείς ότι κινούνται από το ένστικτο, μια κίνηση συντροφικότητας με τις οπλές να τσαλαβουτάνε στο νερό μιας ιδιαίτερα μικρής λίμνης.
»Κανείς δεν υποψιαζόταν την ύπαρξη ενός τέτοιου τόπου, κι αυτό έκανε βέβαια τα πράγματα ακόμα πιο διασκεδαστικά. Τους έκανε να νιώθουν ενωμένοι απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο πιο βαθιά απ’ τα περισσότερα νιόπαντρα ζευγάρια. Όταν οι άλλοι μιλούσαν για κουνέλια, δάση, παγίδες και κυνήγια, εκείνοι αντάλλασσαν πονηρές ματιές, ή έκλειναν το μάτι στα κρυφά όταν η θεία Μαίρη έλεγε στο τραπέζι ότι δεν άντεχε στη θέα ενός λαγού σερβιρισμένου στο πιάτο – έμοιαζε τόσο πολύ με μωρό» [3].
Απόδραση στο συλλογικό ασυνείδητο
Στη βραβευμένη ταινία της Ίλντικο Ενιέντι η ιδιοσυγκρασιακά ιδιότυπη –έως πάσχουσα– ηρωίδα κατασκευάζει το «προσωπικό» της δάσος, όπου θα συναντηθεί φαντασιωσικά με τον εραστή της. Αντίστοιχα, έχοντας οριστικά ξεκόψει από την πραγματικότητα, η ηρωίδα της Βιρτζίνια Γουλφ πάσχει και αυτή από μια μορφή αυτισμού, καθώς προσπαθεί να πείσει τον σύζυγό της πως το δάσος της συνύπαρξής τους συνεχίζει να είναι δραστικό:
Το φιλμ ως μελέτη αξιοποιεί τη θεωρία του Γιουνγκ πάνω στο συλλογικό ασυνείδητο, και στο πώς ερχόμαστε σε επαφή με αυτό μέσα από τα όνειρα.
Η απομυθοποίηση του έρωτα
Ο ουμανιστικός προβληματισμός τύπου Ρόι Άντερσον εξελίσσεται σε αλληγορία της αυτοχειρίας στο δεύτερο μέρος της ταινίας, εκεί όπου η μουσική σταματά και η κατάθλιψη παίρνει τα ηνία. «Begged him to stay in my cold wooden grip/ Begged him to stay by the light of this ship» [5].
Η ιδέα της ανικανότητας επίτευξης μιας πραγματικής επαφής και η συναισθηματική απάθεια της ηρωίδας θυμίζουν τη δραματική εξέλιξη στο διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ, σε σημείο να πιστεύω ενδομύχως πως η όμορφη ταινία προέκυψε από την ανάγνωση του συγκεκριμένου διηγήματος:
«Πήγε σπίτι, κάθισε κοντά κοντά στη φωτιά, δίχως φως, και προσπάθησε να φανταστεί ότι ήταν έξω, μονάχη στο βαλτοτόπι· υπήρχε κι ένα ορμητικό ρυάκι· και πέρα απ’ το ρυάκι ένα σκοτεινό δάσος. Δεν μπορούσε όμως να περάσει το ρυάκι. Τελικά, ξάπλωσε κατάχαμα στην όχθη, πάνω στο βρεγμένο χορτάρι, κουλουριάστηκε στην καρέκλα της με τα χέρια να κρέμονται αδειανά και τα μάτια ν’ αστράφτουν σα γυάλινα στη φωτιά. Έπειτα ακούστηκε ένα τουφέκι να οπλίζει... Αναπήδησε σα να την είχαν πυροβολήσει. Δεν ήταν παρά το κλειδί που γύρισε στην πόρτα ο Έρνεστ» [6].
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
[1] Σχόλιο του συγγραφέα: από τον ουγγρικό κινηματογράφο δεν θα περίμενα μια ταινία λιγότερο σεξιστική.