Πρόσωπα από το χώρο των τεχνών, των ιδεών και του πολιτισμού, αποκαλύπτουν το δικό τους αναγνωστικό χαρακτήρα, τη μύχια σχέση τους με το βιβλίο και την ανάγνωση.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η θεατρολόγος και σκηνοθέτις Δήμητρα Κονδυλάκη απαντά σε 25 κλασικές ή αναπάντεχες βιβλιοφιλικές ερωτήσεις.
>Ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Την Ώρα του Αστεριού της Κλαρίσε Λισπέκτορ. Στην πραγματικότητα, το διάβασα τα Χριστούγεννα αλλά είναι σα να το διαβάζω ακόμα. Ένα τόσο μικρό βιβλιαράκι που μέσα μου γράφεται ακόμα.
>Πώς ήρθε στα χέρια σας;
Μου το χάρισε ένας πολύ αγαπημένος μου άνθρωπος.
>Γενικά, πώς επιλέγετε βιβλία;
Ανάλογα με τη διάθεση. Άλλες φορές χρειάζομαι κάτι γνώριμο, άλλες κάτι που θα με φέρει αντιμέτωπη με κάτι νέο και ανοίκειο. Υποθέτω ότι μιλάμε για βιβλία λογοτεχνίας. Αλλά ακόμη και τα δοκίμια ή οι μελέτες που πραγματικά με γοητεύουν είναι περασμένες από λογοτεχνικό φίλτρο, Μπαρτ, Μπλανσό, Τζωρτζ Στάινερ, Παπαγιώργης... Δεν πιστεύω στους διαχωρισμούς των ειδών. Πιστεύω ότι η γραφή είναι μια και ενιαία και έχει πολύ λιγότερο να κάνει με την έκφραση μιας ήδη υπάρχουσας γνώσης ή πεποίθησης και πολύ περισσότερο με την ψηλάφηση μιας νέας πραγματικότητας που αποκαλύπτεται γράφοντας. Η γραφή όπως και η ανάγνωση μάλλον αποσταθεροποιούν τις πεποιθήσεις μας παρά τις σταθεροποιούν. Τουλάχιστον εγώ μια τέτοια γραφή ψάχνω. Με το βιβλίο της Λισπέκτορ, που ομολογώ δεν γνώριζα, ήταν σα να βρέθηκα σε μια ακριβώς τέτοια περιοχή: υπάρχει μεν μια φοβερή βεβαιότητα ότι το εγώ του συγγραφέα βρίσκεται πίσω από κάθε αράδα, τίποτα δεν το καταστέλλει και ο ίδιος δεν επιθυμεί να κρυφτεί πίσω από τη διαδικασία της αφήγησης. Η συνεχής όμως αυτή αντιπαράθεση του συγγραφέα με το υλικό του, του αφηγητή με το αντικείμενο της αφήγησης, τον εκθέτει ακόμη περισσότερο στον κίνδυνο του άγνωστου, του ανοίκειου, του αχαρτογράφητου.
>Έχετε βιβλίο στην τσάντα σας;
Κυρίως, έχω ανέκδοτα θεατρικά κείμενα και άλλα χειρόγραφα προς ανάγνωση, επεξεργασία κτλ. Επίσης, μεταφράσεις θεατρικών εν εξελίξει, δικές μου ή της ομάδας μου στο Γαλλικό Ινστιτούτο, που διαβάζω όπου βρεθώ κι όπου σταθώ, τροποποιώντας, διορθώνοντας, ξαναδιαβάζοντας, γιατί το να βρίσκεσαι εν κινήσει ανακινεί και το βλέμμα με το οποίο αντιμετωπίζεις ένα κείμενο.
>Διαβάζετε στο Μετρό, σε καφέ ή σε άλλους εξωτερικούς χώρους;
Οπουδήποτε. O ιδανικότερος τόπος ανάγνωσης είναι για μένα το τρένο. Να ταξιδεύεις από τον έναν τόπο στον άλλο καθώς διανύεις την απόσταση από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. Να εναλλάσσονται πραγματικά τοπία με τα τοπία ενός βιβλίου. Εξάλλου η λέξη-κλειδί στη λειτουργία της ανάγνωσης είναι η μεταφορά.
>Σε ποια στάση σας αρέσει να διαβάζετε;
Σ' ένα κουπέ τρένου, δίπλα στο παράθυρο.
>Αφού τα διαβάσετε, φυλάτε τα βιβλία σας και τα μεταφέρετε από σπίτι σε σπίτι όταν μετακομίζετε;
Κάθε βιβλίο έχει την ιστορία του. Αν πετάξεις ή δώσεις ένα βιβλίο είναι σα να μη χρειάζεσαι ούτε την ιστορία αυτή. Αν το βάλεις στην αποθήκη είναι σα να το κρατάς σε επιφυλακή, παίρνεις απόσταση απ' αυτό, αν αντίθετα το έχεις δίπλα στο κρεβάτι σου, σα να μην μπορείς να το αποχωριστείς. Τα βιβλία δεν έχουν μόνο χρηστική διάσταση («το διάβασα, κατανάλωσα το περιεχόμενο και τέλος»), έχουν και συμβολική. Κάτι σημαίνει για τον καθένα μας το να κρατάμε δίπλα μας ένα συγκεκριμένο βιβλίο, ακόμα κι αν δεν το διαβάζουμε. Όταν αγαπώ ένα βιβλίο, το αγαπώ συνολικά όχι μόνο ως περιεχόμενο αλλά και ως υλικό αντικείμενο, με όλα αυτά που συνιστούν την υλικότητά του: τις τσακισμένες σελίδες, τα σημάδια από καφέ, τις σημειώσεις, τις υπογραμμίσεις, ένα συγκεκριμένο είδος φθοράς. Η συντήρηση αυτών ακριβώς των ιχνών της φθοράς συντηρεί και την αγάπη για το άυλο εσωτερικό του. Όσο μεγαλύτερη η υλική φθορά, τόσο πιο άφθαρτη η σύνδεσή μας μ' αυτό. Το ίδιο ισχύει και για τους δίσκους, έτσι δεν είναι;
>Πόσο οργανωμένη είναι η βιβλιοθήκη σας; Μπορείτε να βρείτε ένα βιβλίο άμα το ψάχνετε;
Αν ένα βιβλίο είναι πολύτιμο και ως ύλη, η βιβλιοθήκη είναι το θησαυροφυλάκιο.
>Προσέχετε τα βιβλία σας ή τα τσακίζετε, τα υπογραμμίζετε και σημειώνετε επάνω σ' αυτά;
«Προσέχω» μόνο τα βιβλία που πρέπει να επιστρέψω. Τα δικά μου όχι.
>Έχει τύχει ποτέ να «κολλήσετε» με βιβλίο; Τι συνέβη;
Άπειρες φορές. Συνήθως «κολλάω» με τα βιβλία που μεταφράζω γιατί η μετάφραση προσφέρει πιο πολλά κλειδιά διείσδυσης σ' ένα κείμενο. Η κάθε φράση όταν εσύ ο ίδιος προσπαθείς να την ερμηνεύσεις, αποκαλύπτεται διαφορετικά. Είναι ταυτόχρονα μια αργή άρα και αναπόφευκτα πιο βαθιά βιωματική διαδικασία απ' ό,τι η απλή ανάγνωση. Αλλά και αντίστροφα, μ' αρέσει να μεταφράζω τα βιβλία με τα οποία «κολλάω». Ακριβώς μια τέτοια περίπτωση ήταν τα Γράμματα στον «Ελικώνα» της Τσβετάγεβα (με αυθεντικό τίτλο Neuf lettres avec une dixième reçue et une onzième retenue), που «έσερνα» κι εγώ δεν ξέρω πόσα χρόνια πριν το μεταφράσω για τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
>Αφήνετε στη μέση βιβλία που σας κάνουν να βαριέστε; Πόσο συχνά;
Ναι, δεν διστάζω καθόλου. Ο χρόνος όλων μας είναι πολύτιμος για να σπαταλιέται σε πράγματα με τα οποία δεν έχουμε κανένα σημείο επαφής. Χωρίς αυτό να «ενοχοποιεί» τα ίδια τα πράγματα. Κάτι που είναι για άλλους καλό, δεν είναι κατ' ανάγκη και για μας. Ούτε πιστεύω πως επειδή μιλάνε όλοι για κάτι ή επειδή είναι της μόδας, πρέπει αναγκαστικά να το έχουμε δει ή διαβάσει προκειμένου να έχουμε «άποψη» γι' αυτό. Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου μια εντελώς διαστρεβλωμένη ιδέα της επαφής με τα έργα τέχνης, που απορρέει ξεκάθαρα από μια καταναλωτική λογική και που πλήττει συνολικά και τον τρόπο της καλλιτεχνικής παραγωγής. Αν επικεντρωθούμε στο «λίγο», το οποίο όμως είναι πραγματικά σημαντικό, γινόμαστε πιο ουσιαστικοί και ως δημιουργοί και ως αποδέκτες.
>Έχει τύχει να σας συναρπάσει, μετά από χρόνια, βιβλίο που στην πρώτη ανάγνωση σας είχε απογοητεύσει;
Δεν θυμάμαι.
O ιδανικότερος τόπος ανάγνωσης είναι για μένα το τρένο. Να ταξιδεύεις από τον έναν τόπο στον άλλο καθώς διανύεις την απόσταση από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. Να εναλλάσσονται πραγματικά τοπία με τα τοπία ενός βιβλίου. Εξάλλου η λέξη-κλειδί στη λειτουργία της ανάγνωσης είναι η μεταφορά.
>Έχετε κλάψει ποτέ διαβάζοντας ένα βιβλίο;
Με το Τι να κάνουμε; του Νικολάι Τσερνισέφσκι. Είναι ένα συγκλονιστικό βιβλίο που συνδέει μέσα από το πορτρέτο της κεντρικής ηρωίδας την έννοια της προσωπικής και της κοινωνικής χειραφέτησης. Δεν ξέρω αν έκλαψα πραγματικά αλλά σίγουρα το έβλεπα στον ύπνο μου όσο το διάβαζα, ίσως και να έκλαιγα στο όνειρό μου.
>Τι κάνετε με τα βιβλία που δεν τα θέλετε πια; Τα πετάτε; Τα χαρίζετε; Τα κρύβετε σε σκοτεινά υπόγεια;
Κάθε τόσο η αλήθεια είναι πως πρέπει να γίνεται μια «ανακύκλωση» με όλα τα πράγματα. Ειδικά με τα βιβλία, όμως, είναι πολύ δύσκολο. Αν δεν θέλω κάτι σήμερα, τίποτα δεν μου λέει ότι δεν θα το θέλω και αύριο.
>Υπάρχει κάποιο βιβλίο που έχετε δωρίσει σε περισσότερους από έναν άνθρωπο;
Νομίζω περισσότερο απ' όλα έχω χαρίσει τα Γράμματα στον «Ελικώνα»...
>Θα συμμετείχατε ποτέ σε Λέσχη Ανάγνωσης;
Ίσως έχουν μια γοητεία οι λέσχες ανάγνωσης, σίγουρα, αφού απ' ό,τι ξέρω, γνωρίζουν μεγάλη άνθιση σήμερα, είναι μια μορφή κοινωνικοποίησης γύρω από το βιβλίο. Η ανάγνωση όμως στην πραγματικότητα είναι μοναχική διαδικασία. Υπάρχει κάτι το παράδοξο ακόμη και στη σύνθεση αυτών των λέξεων: «λέσχη» και «ανάγνωση». Προτιμώ να είμαι ανάμεσα σε ανθρώπους που βρίσκονται μαζί για να εκτονώσουν πρακτικά μια ενέργεια, που δεν στέκονται στην ανάλυση. Ενώ αρχικά βρίσκω εξαιρετική την ιδέα ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν βρεθεί μαζί μόνο και μόνο για να συζητήσουν για ένα βιβλίο, στη συνέχεια πάντα σκέφτομαι: Και λοιπόν; Και μετά τι; Μ' ενδιεφέρει το μετά, το πώς θα μετουσιωθεί σε πράξη αυτή η ανάγνωση. Και αυτό ακριβώς με φέρνει στο θέατρο.
>Σας έχει συμβεί να δανείσετε αγαπημένο βιβλίο και να μην σας επιστραφεί;
Ναι, μου έχει συμβεί. Αντέδρασα ζητώντας το βιβλίο πίσω, αλλά μάλλον με τα χρόνια έχει χαθεί και είναι ανόητο να επιμένω.
>Ποιο ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο όταν ήσασταν μικρή;
Ήταν Οι Επισκέπτες της Διδώς Σωτηρίου, εμπνευσμένο από την ιστορία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου.
>Το έχετε ξαναδιαβάσει έκτοτε;
Όχι, ποτέ. Διάβασα όμως την ίδια την αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου, ίσως για κάποιο λόγο από τα πιο καθοριστικά πράγματα που διάβασα σε μικρή ηλικία.
>Μέσα σε ποια ιστορία που έχετε διαβάσει θα θέλατε να ζείτε;
Σε καμία. Οι ιστορίες που έχουν λογοτεχνικό ενδιαφέρον για μένα δεν είναι και οι πιο ευχάριστες... από την Πατρίτσια Χάισμιθ ως τον Δημητριάδη... Ίσως θα μ' άρεσε να ζω μέσα σ' ένα ποίημα της Μάτσης Χατζηλαζάρου. Την «Αντίστροφη αφιέρωση», ας πούμε.
>Με ποιον ή ποια συγγραφέα θα θέλατε να δειπνήσετε;
Με τη Μάτση! Μακάρι να την είχα γνωρίσει! Και δεν ξέρω ποιον άλλον να πρωτοδιαλέξω: Τον Τσέχωφ. Την Τσβετάγεβα. Τον Μαρκ Τουέιν. Τον Όσκαρ Γουάιλντ. Τον Μπουλγκάκοφ. Την Σιμόν ντε Μποβουάρ... Όπως βλέπετε διαλέγω συγγραφείς με αμφίθυμη αλλά και πολύ ζωηρή ιδιοσυγκρασία... Δεν θα διάλεγα τον Μπλανσό, ούτε τον Μπατάιγ, ούτε την Έμιλυ Ντίκινσον, παρότι είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς.
>Ποιο βιβλίο προτείνετε ενθέρμως αυτή την εποχή;
Την Ώρα του αστεριού, χωρίς δεύτερη σκέψη.
Info
Η Δήμητρα Κονδυλάκη είναι θεωρητικός θεάτρου, σκηνοθέτις και μεταφράστρια. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (1991-1995) και θέατρο στο Παρίσι με υποτροφία του ΙΚΥ. Έχει μεταπτυχιακή ειδίκευση στις Θεατρικές Σπουδές (Institut d'etudes theatrales, Censier Paris III) και διδακτορικό τίτλο στη Συγκριτική Λογοτεχνία (PARIS IV-Sorbonne, 2003). Από το 2009 διευθύνει μαζί με τον Αντρέα Στάικο το Εργαστήριο Θεατρικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου. Έχει μεταφράσει στα ελληνικά Μαρίνα Τσβετάγεβα, Μωρίς Μαίτερλινκ, Ζαν Ζενέ, Κλωντίν Γκαλεά, Φρεντερίκ Σοντάγκ, Γκυγιώμ Γκαλιέν, Μισέλ Βιναβέρ, Καρίν Λακρουά και στα γαλλικά Δημήτρη Δημητριάδη, Γιάννη Μαυριτσάκη, Μιχάλη Βιρβιδάκη, Έλενα Πέγκα, Κωνσταντίνο Τζήκα (θέατρο). Είναι Σύμβουλος Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης στον τομέα του Σύγχρονου Ελληνικού Θεάτρου του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.